Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

Επιστολές Θεόκλητου Φαρμακίδη και Κωνσταντίνου Ασώπιου για τις δυσκολίες της τυπογραφίας στα Επτάνησα

Ιδιαίτερα αξιόπιστο ιστορικό υλικό αποτελούν οι επιστολές για την αμεσότητά τους και το πνεύμα ειλικρίνειας και αυθορμητισμού, φωτίζοντας πτυχές των ιστορικών περιόδων, εκεί όπου η ιστορική αλήθεια με τη στεγνή παράθεση γεγονότων βασισμένων είτε σε γραπτές πηγές είτε στην προφορική μαρτυρία τείνει να αποχρωματιστεί από την αντικειμενικότητα και συχνά να αποπροσανατολιστεί εξαιτίας αναπόφευκτων παρεισφρήσεων των ιδεολογικών φορτίσεων του εκάστοτε ιστοριογράφου.

Το ενδιαφέρον των επιστολών αυτών τις οποίες συνέλεξε η Αικατερίνη Κουμαριανού -βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών για την έρευνα της σε θέματα σχετικά με την προεπαναστατική περίοδο του Νεότερου Ελληνισμού-  έγκειται αφενός στη βαρύτητα των παρεχόμενων πληροφοριών κατά τις κρίσιμες στιγμές του Αγώνα και αφετέρου στην προσωπικότητα τόσο του αποστολέα όσο και του αποδέκτη, κορυφαίων και επίμονων εκπροσώπων του κινήματος του Διαφωτισμού σε όλη τη διάρκεια του βίου τους. Εκτός από τη φιλία που τους ενώνει, ανήκουν και οι δυο στην κατηγορία των νέων που σπούδασαν στα δυτικά πανεπιστήμια κατά τα προεπαναστατικά χρόνια, ως υπότροφοι του κόμητα Γκίλφορντ, προορισμένοι να καταλάβουν έδρες στην υπό σύσταση Ιονική Ακαδημία, όπως και έγινε. Παρά το γεγονός ότι οι δρόμοι τους χωρίζουν, ο Φαρμακίδης που αναχωρεί για το Ναύπλιο, αισθάνεται την ανάγκη να επικοινωνεί με το φίλο του για θέματα κοινού ενδιαφέροντος, για την Ιόνιο Ακαδημία και κυρίως για τα προβλήματα που παρουσίαζε ο Αγώνας. Η μεταξύ τους αλληλογραφία θα φωτίσει πολλές πλευρές της πολιτικής και κοινωνικής ζωής στην Κέρκυρα και σαφώς αποτελεί μια γνήσια πηγή για την κατανόηση των προβλημάτων , που κάθε φορά ανέκυπταν.

Οι παρακάτω επιστολές σκιαγραφούν τη δυσχέρεια και συχνά την αδυναμία έκδοσης ενός συγγράμματος στα Επτάνησα την περίοδο της αγγλικής κατοχής, παρά την ύπαρξη των τεχνικών μέσων. Το νέο ανελεύθερο σύνταγμα της Επτανήσου του 1817, προβλέπει όσον αφορά την τυπογραφική δραστηριότητα την ύπαρξη ενός μόνο τυπογραφείου, το οποίο θα βρίσκεται αποκλειστικά υπό τον έλεγχο της διοίκησης. Ο πρώτος αρμοστής Θωμάς Μαίτλαντ με ειδικό άρθρο του Συντάγματος θα καταργήσει την ελευθεροτυπία, καθώς και την ίδρυση άλλου τυπογραφείου στην επικράτεια, χωρίς την άδεια της εφτανησιώτικης βουλής και του ίδιου του αρμοστή  ακολουθώντας πολιτική πορεία αντιλαϊκή, σκοταδιστική και καθαρά αποικιακή. Ωστόσο, προς δικό τους όφελος οι Άγγλοι θα ανανεώσουν την τυπογραφία με καινούργια πιεστήρια και νέους αγγλικούς τυπογραφικούς χαρακτήρες, μετονομαζόντας την σε τυπογραφία «της Διοικήσεως» ή της «Κυβερνήσεως».
Συνέπεια αυτού θα είναι οι Επτανήσιοι να προτιμούν να εκτυπώνουν τα βιβλία τους στο εξωτερικό, παρά να αγωνιούν και να φθείρονται ψυχικά προσπαθώντας να λάβουν άδεια από το κυβερνητικό γραφείο τυπώσεως. Ωστόσο δεν έπαψαν να ακούγονται φωνές για την κατάργηση της λογοκρισίας, με κύρια αυτή του Μουστοξύδη που ζητούσε συν τοις άλλοις και ειδικό προστατευτικό νόμο για την ελευθεροτυπία.  Οι φωνές αυτές είχαν κάποιο αποτέλεσμα και εισακούστηκαν όταν το 1843 η επτανησιακή κυβέρνηση επέτρεψε τη σύσταση ιδιωτικών τυπογραφείων για την έκδοση μόνο βιβλίων που υπόκεινταν σε προληπτική λογοκρισία. Λίγο αργότερα ο αρμοστής Σήτον, άνδρας ευθύς, συνετός και φιλελεύθερος είναι αυτός που θα λάβει υπόψη του τα βάσιμα παράπονα των Ιονίων και θα υποβάλλει σχετικές εισηγήσεις στη βρετανική κυβέρνηση και οι προσπάθειες του θα φέρουν άμεσο αποτέλεσμα αφού στις 22 Μάη του 1848 καταργεί την ανελεύθερη διάταξη του συντάγματος και τη λογοκρισία. Το άρτιο αυτό νομοθέτημα των 96 άρθρων αποτελεί μνημείο ελεύθερου θεσμού για την εποχή του για το οποίο οι Επτανήσιοι αισθάνθηκαν βαθιά ευγνωμοσύνη. 

   Έκτοτε θα γράψει ο Ντίνος Κονόμος «κινητοποιούνται οι φιλελεύθεροι επιστήμονες και διανοούμενοι της Επτανήσου για την έκδοση εφημερίδων, περιοδικών, φυλλαδίων και βιβλίων, που σημαδεύουν το άνοιγμα της νέας εποχής για την αποκατάσταση της εθνικής ελευθερίας των Ιονίων». Εφεξής θα παρατηρηθεί ένας τεράστιος εκδοτικός οργασμός και κατά επέκταση δημιουργείται μια αξιόλογη πολιτική και πνευματική κίνηση που δεν έχει γνωρίσει προηγούμενο. Συνεπώς, η χορηγηθείσα ελευθερία του τύπου το έτος 1849 προώθησε και δυνάμωσε τον αγώνα του Επτανησίων και στάθηκε εκείνος ο κινητήριος μοχλός  που επιτάχυνε την Ένωση και ικανοποίησε τους μακροχρόνιους πόθους του βασανισμένου αυτού λαού.

Θεόκλητος Φαρμακίδης
Σε μια από τις πολλές επιστολές του Φαρμακίδη προς το φίλο του Ασώπιο, που κατοικεί πλέον μόνιμα στην Κέρκυρα επιβεβαιώνεται η πραγματικά τραγική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η τυπογραφία στο νησί τη συγκεκριμένη εποχή.

Μεταγράφεται η τόσο εύγλωττη επιστολή:

«Λέγεις να μετατυπώσω την Γραμματικήν του Βουτμάνου, αλλά αυτή είναι έργο άλλου, και δε νομίζω δίκαιον να σφετεριστώ τα ξένα, και με τον μεταφραστήν της δε θέλω δοσοληψίαν.» και συνεχίζει: «Λέγεις ό, τι είναι ενδεχόμενον, να τυπωθώσι τα αυτά βιβλία και εις Κέρκυραν, α λλά διαμαρτύρομαι εναντίον της πράξεως αυτής ως αδίκου. Αλλ’ εν τοσούτω εγώ εξακολουθώ το έργον μου, και ο θεός καλός. Τώρα λέγεις ότι πασχίσατε να εύρητε χρηματικόν κεφάλαιον δια τυπογραφίαν ή βιβλιοπωλείον. Και ημείς πολλάκις ωμιλήσαμεν περί τούτου, αλλά που χρήματα; Εγώ δανείζομαι και τρέφομαι, και μόλις ευρίσκω, και ο Κοκκινάκης κινδυνεύει να πάθη το αυτό. Ποιος καταβάλλει χρήματα εις τοιαύτα καταστήματα; Όστις έχει χρήματα δανείζει και κερδαίνει το χρόνον εκατό εις τα εκατόν. Άφες, με λέγεις, τα επαγγέλματα εις άλλους και άρχισε το Λόγιον, επαγγέλματα ούτε είχα ούτε έχω, και ούτε ζητώ, αλλά και τον Λόγιον αν αρχίσω μέγα κέρδος θέλω κάμει. Με λέγεις προσέτι, Γράφε, τύπωνε, ήθελα λερώσει κι εγώ χαρτίον αν υπήρχε τυπογραφία, αλλά ως και άλλοτε σε έγραψα αι, εις την Ελλάδα ευρισκόμεναι τυπογραφίαι είναι κολοβαί και τίποτε δεν ημπορεί τις να τυπώσει εις αυτάς αν δε θέλη να φθισιάση. Δεν ηξεύρεις πόσον πλήττω και πόσον στενοχωρούμαι αργεύων, αλλά τι να κάμω; Υπομένω και προσμένω μέλλον καλύτερον..»


Κωνσταντίνος Ασώπιος

Σε άλλη επιστολή απευθυνόμενη στον Ασώπιο με ημερομηνία 16 Ιανουαρίου 1829 γράφει: 

«έλαβον και την διατριβήν και το άρθρον και τα δέκα τάλληρα, αλλά ακομη δεν εκατορθώθη τίποτε εις τον τύπον, διότι ούτος είναι ελλιπέστατος, ως και άλλοτε σε έγραψα, και αδιακόπως ασχολημένος ως επί το πλείστον με πράγματα της Κυβερνήσεως. Γνωρίζω τον επιστάτην της τυπογραφίας και τον παρεκάλεσα πολύ, αλλά τι ωφελεί, εν ω δεν υπάρχει τυπογραφία; Έλαβον προ πολλού και το αντίτυπον του Jacombs και άμα λαβών άρχισα να το διορθώνω το δυνατόν, προ δυο περίπου εβδομάδων έλαβα και το πρωτότυπον δια του εν Σύρα ιατρού Πηνιατέλη εκ Τεργέστης, και διορθώνω ήδη και αυτό το αντίτυπον. Σε έγραψα πολλάκις ότι το βιβλίον θέλει τυπωθή εις Βενετίαν, διότι εδώ να τυπωθεί είναι αδύνατον, όχι δύσκολον.»





ΑΙΚ. ΚΟΥΜΑΡΙΑΝΟΥ
«ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ ΦΑΡΜΑΚΙΔΗΣ ΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΑΣΩΠΙΟ, 1819-1832»
ΠΡΑΚΤΙΚΑ Δ' ΠΑΝΙΟΝΙΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ, ΤΟΜΟΣ Α, ΚΕΡΚΥΡΑ 1980


 ΜΑΚΡΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ
 Η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝΩΣΙΣ ΤΗΣ ΕΠΤΑΝΗΣΟΥ
 Β' ΠΑΝΙΟΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ, ΚΕΡΚΥΡΑΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟΜΟΣ ΙΓ, ΚΕΡΚΥΡΑ 1967


ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ, Ν.Ε. ΣΚΙΑΔΑΣ,ΑΘΗΝΑ 1982