Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

Σεισμοί στην Κέρκυρα τον 19ο αιώνα




Και η γη εταράχθη!

Πόση ευλογία μπορεί να έχει ένας τόπος όπως αυτός εδώ άραγε; Με εύφορη γη, με γλυκό, εύκρατο κλίμα, με θάλασσα θερμή και γαληνεμένη, και με τα ηπειρώτικα βουνά απέναντι να κόβουν την ορμή των ψυχρών βόρειων και βορειοανατολικών ανέμων. Τόπος προστατευμένος, απομακρυσμένος κι αόρατος από της φύσης τις ιδιοτροπίες. Μήτε σεισμοί, μήτε καταστροφές, μήτε ανυπόφοροι καύσωνες, μήτε δριμύ κρύο. Από καιρό σε καιρό τη νηνεμία της άνοιξης και του θέρους διακόπτουν μονάχα κάτι μπουρίνια και χοντρά χαλάζια, αποτελέσματα της εκτόνωσης μιας συσσωρευμένης νοσηρής υγρασίας, που ταλαιπωρεί ολοχρονίς τους κατοίκους. Γρήγορα όμως περνούν κι αυτά, καταστρέφοντας βέβαια τις σοδειές κι αφήνοντας τους κατοίκους ενδεείς, μα τον τόπο ολότελα ανέγγιχτο, έτοιμο σαν τον φοίνικα να αναγεννηθεί, να διορθώσει μόνος του το κακό και να αποζημιώσει με τρόπο γενναιόδωρο.
Μονάχα οι αρρώστιες, η επέλαση της πανούκλας και της χολέρας, και στα χωριά οι ελώδεις πυρετοί και η τρομερή πελάγρα[1] τρομάζουν τους νησιώτες εδώ. Α! να μην ξεχνάμε και τους Οθωμανούς. Μόνο με τούτες τις φριχτές ασθένειες και τη βάρβαρη οθωμανική επέλαση μπορεί να συγκριθεί ο πανικός των Κερκυραίων, άμα τύχει και ταρακουνηθούνε έστω και λίγο από τον ξένο γι’ αυτούς Εγκέλαδο. Απορημένοι κι ασυνήθιστοι δεν έχουν ιδέα γιατί το νησί τούς φέρεται έτσι, χάνοντας πραγματικά τη γη κάτω από τα πόδια τους. Ο Μάρμορας αναφέρει για ένα σημαντικό σεισμό που συνέβη το 1650 και προκάλεσε σοβαρές βλάβες στα οικοδομήματα και ιδιαίτερα στο οχύρωμα του Αγίου Αθανασίου, που κατέρρευσε ολοσχερώς: «Εν ω υφίστατο καίριον τραύμα η Οθωμανική Αυτοκρατορία, καταστρεπτικώτατος σεισμός έσεισε την νήσον της Κέρκυρας παραγαγών φόβον και αγωνίαν τοιαύτως ως εάν είχε αναφανή και αύθις αναστηθείς ο κατακτητής Σουλεϊμάν».
Αλλά και αργότερα, το Σεπτέμβρη του 1858, ο περιηγητής Αλμπέρ Μουσσόν, που τυχαίνει να παρευρίσκεται στην κηδεία του επισκόπου των Καθολικών στο νησί, θα σημειώσει στις ανθρωπολογικές του παρατηρήσεις: «[...] η εντύπωση της πένθιμης τελετής εντάθηκε από το γεγονός ότι μετά το πέρας της έγιναν αισθητοί τρεις σεισμοί, εκ των οποίων ο πρώτος ήτανε πράγματι ισχυρός. Οι άνθρωποι έτρεχαν στους δρόμους να προστατευτούν κι έκαναν το σταυρό τους με τον τρόπο που συνηθίζουν οι Ορθόδοξοι, οι καμπάνες χτυπούσαν και κάθε άνθρωπος θεώρησε το ανησυχητικό αυτό φαινόμενο σαν απόδοση φόρου τιμής προς τον νεκρό και σαν ένα προειδοποιητικό σημάδι προς την ανθρωπότητα [...]».

Corfu map,  Andre de Thevet, 1576

Αν επιστρέψουμε πίσω στους αρχαίους συγγραφείς, κανένας δεν αναφέρει συμβάντα σεισμών στην περιοχή του Ιονίου και κανένας ποτέ δεν σημείωσε κάποια μεταβολή στη στάθμη των νερών. Αυτή η έλλειψη πλημμυρίδας και άμπωτης μπορεί να άφησε ανέγγιχτο το σχήμα του νησιού, ταυτόχρονα όμως θεωρήθηκε υπαίτια για τους ελώδεις πυρετούς, αφού τα παράκτια ύδατα, αποκλεισμένα από την επικοινωνία τους με τη θάλασσα, γέννησαν τις ήρεμες αλλά μολυσμένες και πυρετογόνες λιμνοθάλασσες, που βασάνιζαν επί χρόνια τους ανθρώπους της εξοχής.
Η επιφάνεια και το διάγραμμα του ωραίου νησιού δεν μεταβλήθηκε ποτέ από τις μύχιες αναταράξεις της γης, παρά μόνο από τη διαβρωτική ικανότητα της θάλασσάς του και από την υγρή του ατμόσφαιρα. Η απέναντι Ήπειρος και η Αλβανία, και στα νότιά του τα άλλα Ιόνια νησιά θα του στέλνουν σποραδικά τους μακρινούς απόηχους των δικών τους καταστροφών, αφήνοντας όμως πάντα ανέγγιχτες τις ακτογραμμές του.

Η εποχή πριν το 1800

Οι παρατηρήσεις από ιδιωτικά ημερολόγια και από ιστορικούς της εποχής μαρτυρούν πως δεν καταγράφηκαν ιδιαίτερες ζημιές μετά το 1800 και για αυτό στη συλλογική μνήμη του νησιού ο σεισμός έχει καταγραφεί ως μια πολύ μακρινή και σχεδόν άγνωστη σε αυτούς ιδιοτροπία της φύσης. Καταστροφές και θύματα φαίνεται να υπάρχουν μόνο στην προ του 1800 εποχή, όταν ο Εγκέλαδος επισκεπτόταν πιο συχνά το νησί, με τα σεισμικά γεγονότα να έχουν εστία –κατά κύριο λόγο– εκτός Κέρκυρας. Εξάρσεις ήπιων σεισμικών γεγονότων σημειώνονται και στα χρονικά διαστήματα 1819-1825 και 1858-1875, χωρίς όμως θύματα και χωρίς αξιοσημείωτες καταστροφές.
Στις 30 του Γενάρη, το έτος 1723, ημέρα Τετάρτη, αργά τη νύχτα κι ενώ το νησί ήταν σκεπασμένο από χιόνι και ζωσμένο από δριμύ κρύο, έγινε ένας φοβερός σεισμός, που επαναλήφθηκε λίγες μέρες μετά, στις 8 του Φλεβάρη, στις δύο η ώρα τη νύχτα. Η γη σειόταν επί ένα τέταρτο της ώρας, η θάλασσα φούσκωσε απειλητικά και προκλήθηκε ένα μέτριο τσουνάμι (θαλάσσια διαταραχή). Ένα ίδιο τρομακτικό κύμα υψώθηκε και με την ισχυρή δόνηση των 6,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, μερικά χρόνια αργότερα, το Νοέμβριο του 1732.

Ο μεγάλος σεισμός του 1743 με επίκεντρο την Κέρκυρα

   Μία δεκαετία μετά, το Φεβρουάριο του 1743, ο Εγκέλαδος θα επιστρέψει δριμύτερος, με 7 Ρίχτερ και επίκεντρο πια την Κέρκυρα. Από εκείνο το σεισμό το ανάκτορο του Γενικού Προβλεπτή της Θάλασσας θα καταρρεύσει και η καθολική Αρχιεπισκοπή (η σημερινή Τράπεζα της Ελλάδας) θα υποστεί σοβαρές βλάβες. Τότε σημειώθηκαν και σοβαρές ζημιές στο καμπαναριό της καθολικής Εκκλησίας της Ανουντσιάτας. Τα σιδερένια σημερινά δεσίματά της πιθανόν χρονολογούνται από τον καιρό των επισκευών που έγιναν τότε, ύστερα από εκείνον τον ισχυρό σεισμό. Ίσως γι’ αυτό και, παρά την ολιγωρία στη συντήρησή της, επιμένει να στέκεται όρθια ακόμη και σήμερα.

Strada Reale, Αγνώστου, περ. 1850

   Ο λαός θορυβημένος από την πρωτοφανή ένταση εκείνου του σεισμού θα προστρέξει –κατά το προσφιλές συνήθειό του– για παρηγοριά στον Άγιο του, όπου ύστερα από πρόσταγμα του Μεγάλου Πρωτόπαπα Ιωάννη Βούλγαρη, ο κλήρος θα κληθεί να σημάνει τις καμπάνες των εκκλησιών και να ψάλει την παράκληση του σεισμού με ολονυχτία στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, λιτανεύοντας ταυτόχρονα και το σκήνωμά του, «όπως ελευθερώση ημάς ο Θεός από κάθε κίνδυνο».
Από τα τέλη Ιανουαρίου έως και τις 5 Φεβρουαρίου του 1786 σημειώνεται μια περίοδος διαδοχικών και σφοδρών σεισμών, στη διάρκεια των οποίων έγιναν μεγάλες και πολλές καταστροφές. Οι συγκεκριμένοι σεισμοί του 1786, αν και όχι οι σφοδρότεροι, φαίνεται να είναι οι πιο φονικοί στην ιστορία του νησιού, πιθανότατα εξαιτίας της διαδοχικότητάς τους, εφόσον τότε καταγράφηκαν 126 νεκροί και δεκάδες τραυματίες.

Πρόσταγμα του Μεγάλου Πρωτόπαπα Ιωάννη Βούλγαρη


Η εποχή μετά το 1800

Αν εξαιρέσουμε τον τρομερό σεισμό του Μάη του 1809, με επίκεντρο την Κονίσπολη, που η έντασή του –όπως επισημαίνει ο Στυλιανός Βλασσόπουλος στις Στατιστικές και Ιστορικές περί Κέρκυρας ειδήσεις– έφερε στη μνήμη των Κερκυραίων τον τρομερό σεισμό του 1743, στα κατοπινά χρόνια η μανία της γης φάνηκε να κοπάζει.
Αισθητές, με επίκεντρο όμως εκτός νησιού, θα είναι και οι δονήσεις του 1819, του 1823 και του 1825. Η πρώτη, κάτω από τη σκιά της επαίσχυντης συμφωνίας Μαίτλαντ – Αλή πασά, που έγινε η αφετηρία του δράματος των Παργινών στο νησί, θα έχει ως αποτέλεσμα να σταματήσει να αναβλύζει η πηγή της Δρυμοπόλεως, στα νότια της Μπενίτσας. Θα αναβλύσει ξανά δυο χρόνια αργότερα. Η δεύτερη δόνηση, δυνατή και καταστροφική, θα λάβει χώρα την ημέρα της Αναλήψεως στην Ήπειρο. Δύο χιλιάδες κατοικίες θα κατεδαφιστούν και ολόκληρος ο πολεμικός αρχιτεκτονικός σχεδιασμός των σουλιώτικων πέτρινων οικισμών θα αφανιστεί. Ό,τι δεν κατάφερε η δαιμόνια στρατηγική του Αλή πασά τα προηγούμενα χρόνια, το κατάφερε η καταστροφική δύναμη της φύσης μέσα σε λίγα λεπτά.
Δύο χρόνια αργότερα, στις 19 Ιανουαρίου του 1825, ο μεγάλος σεισμός που θα καταστρέψει ολοσχερώς και για δωδέκατη φορά από το 1612 τη Λευκάδα ταρακουνάει με τρόπο ισχυρό και την Κέρκυρα. Εξήντα νεκρούς θρηνεί το μαρτυρικό νησί της Αγίας Μαύρας, που βρίσκεται μέσα στην πλήρη ισοπέδωση. Τον πόνο της καταστροφής των ημερών εκείνων ομολογεί με πάθος κι η πένα του Λευκαδίτη ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη:

Ηκούσθη εν ταυτώ βοή, ωσάν όλας συγχρόνως
παρεκινούσε τας ψυχάς του Άδου μέγας πόνος
ν’ αναστενάσουν· έφθασε το κέντρον της καρδίας
κι εις τους κατοίκους έχυσε πάσης της Λευκαδίας
το χρώμα του ο θάνατος. Το σύνθημα των κλώνων
υπήρξεν αύτη η βοή και η αρχή των πόνων.

1856: Ο Εγκέλαδος τον Σεπτέμβρη και η έκλειψη σελήνης του Οκτώβρη

Την πρώτη του Οκτώβρη του 1856, στις έντεκα το βράδυ, όλοι οι Κερκυραίοι βγήκανε στους δρόμους για να θαυμάσουνε μια σπάνια, μαγική και βαθιά σκοτεινή νύχτα από μια έκλειψη της σελήνης που έγινε ταυτόχρονα με την πανσέληνο και διήρκεσε μέχρι το πρώτο φως της αυγής. Μόλις έντεκα μέρες αργότερα, στις 12 του Οκτώβρη,[2] στο νησί ήχησε ο υπόκωφος θόρυβος μιας εξαιρετικά σφοδρής δόνησης, που κάλυψε όλη τη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου με επίκεντρο το τόξο Κρήτης  – Αιγύπτου και υπήρξε ιδιαίτερα καταστρεπτικός για τη Ρόδο, την Κάσο και την Κάρπαθο. Στις δύο τη νύχτα και μετά το πρώτο σοκ των κατοίκων άρχισαν να σημαίνουν οι καμπάνες όλων των εκκλησιών της παλιάς πόλης. Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους πανικόβλητος και κατευθύνθηκε στον Άγιο, παρακαλώντας γονυπετής τον Κύριο να παύσει το θυμό του. Οι γέροντες στις μετέπειτα αφηγήσεις τους ισχυρίστηκαν πως δεν θυμούνται ποτέ να έκανε τέτοιο σεισμό, μέχρι και οι Άγγλοι στρατιώτες εγκατέλειψαν τους στρατώνες τους και περιφέρονταν μέσα στο φρούριο, και οι Εβραίοι έσπευσαν και αυτοί στις συναγωγές τους για προσευχές. Όμως ήταν σύντομος· αν διαρκούσε περισσότερο, εξαιτίας της σφοδρότητάς του, σίγουρα θα υπήρχαν θύματα και σοβαρές υλικές καταστροφές.
Ο Edward Lear στην τρίτη από τις εννέα επισκέψεις του στο νησί, επιστρέφοντας στο σπίτι του από την καραντίνα στην οποία είχε μπει λόγω υποψίας κρούσματος χολέρας φερμένης από την Κωνσταντινούπολη, το βρίσκει να έχει υποστεί σοβαρές ρωγμές, κατάσταση που τον ανάγκασε να μετακομίσει και να σημειώσει για εκείνη τη δόνηση: « …but everybody was woken up at 2 oclock by the worst earthquake Corfu has known for many years [...] but nobody has been hurt in all the city, & no house fallenthought many old ones are cracked [...]».

Η Κακοσημαδιά του 1858

Στις 6 Σεπτέμβρη του έτους 1858 απεβίωσε ο αρχιεπίσκοπος Λατίνων Carlo Rivelli στις 10 τη νύχτα. Τα μεσάνυχτα τον κατέβασαν στο Duomo. Την επόμενη μέρα τον ετοίμασαν για την κηδεία, φορώντας του τα αρχιερατικά άμφια, ενώ οι Φλάροι έψελναν αδιάκοπα. Οι καμπάνες ηχούσαν πένθιμα και όλα τα πλοία είχαν τις σημαίες τους mezzasta. Στις 8 του τρέχοντος μήνα το πρωί κι αφού περιέλουσαν τη σορό με αρώματα, επειδή είχε αρχίσει η σήψη, πήραν την απόφαση, μετά το μεσημέρι, να κατευθυνθούν στο ιταλικό κοιμητήριο. Αφού είχαν διαβεί ήδη τη Βασιλική Πύλη και πλησίαζαν στην περιοχή της Πλατυτέρας, γύρω στις πεντέμισι το απόγευμα έγινε ένας δυνατός σεισμός, που πολλοί τότε καλοπροαίρετοι τον θεώρησαν σαν απόδοση φόρου τιμής προς τον νεκρό και κάποιοι άλλοι, πιο δεισιδαίμονες, το ερμήνευσαν σαν προειδοποιητικό σημάδι προς την αμαρτωλή ανθρωπότητα, σαν έναν κακό οιωνό. Ο πανικός τους, όπως και να είχε, τους οδήγησε μέσα στο μοναστήρι της Πλατυτέρας, όπου έγινε παράκληση, ενώ εκφωνήθηκε και λόγος από τον Ι. Λούντζη. Ένας μικρός μετασεισμός λίγη ώρα αργότερα δεν φάνηκε να τους ανησυχεί· ήταν ήρεμοι πλέον αφού είχαν αποδώσει τα δέοντα στο θεϊκό στοιχείο.

Σεισμός Αυγούστου 1883

Το καλοκαίρι του 1883 υπήρξε επεισοδιακό. Στις 27 Ιουνίου 1883 σημειώνεται σεισμός με ένταση 6 Ρίχτερ στη θαλάσσια περιοχή νότια και δυτικά της Κέρκυρας, επιφέροντας στο βόρειο Ιόνιο ξαφνική απόσυρση. Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, στις 5 Αυγούστου του ίδιου καλοκαιριού, το νησί δονείται πάλι, δημιουργώντας προβλήματα αυτή τη φορά στην παροχή του νερού.
Από την εφημερίδα Φωνή διαβάζουμε ότι η δημοτική αρχή οφείλει να μεριμνήσει γιατί οι επανειλημμένοι σεισμοί των τελευταίων ημερών σε κάποια χωριά που δεν απέχουν πολύ από το υδραγωγείο, είναι δυνατόν να επιφέρουν αλλαγή στο ρου των υδάτων, με συνέπεια τη λειψυδρία. Και άλλοτε, συνεχίζει ο συντάκτης, είχε επισημανθεί η ανάγκη να καθαριστούν και να επισκευαστούν οι δεξαμενές στην πόλη, ώστε να υπάρχει επαρκής ποσότητα νερού σε ώρες ανάγκης και να μην υποστεί η πόλη τις λυπηρές συνέπειες της λειψυδρίας.
 Φαίνεται πως σε τούτο το νησί υπήρχε ανέκαθεν η παράδοση να κωφεύουν οι αρχές στα προειδοποιητικά σημάδια και να αρκούνται σε προσωρινές και πρόχειρες λύσεις, μέχρις ότου να βρεθούν πανικόβλητοι και ανίκανοι μπροστά σε ένα πρόβλημα που είχε ήδη διογκωθεί και είχε γίνει πια εξαιρετικά δύσκολα διαχειρίσιμο.

*Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο έβδομο τεύχος του περιοδικού Πορτόνι

Πέπη Γιάννου

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

·       ΣΑΜΑΡΤΖΗΣ, Π., Καθημερούσιαι ειδήσεις, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 2000.
·       ΖΕΡΒΟΠΟΥΛΟΣ, Σ., Βλάβες και ζημιές από σεισμούς και άλλες αιτίες στην παλαιά πόλη της Κέρκυρας από τα μέσα του 17ου αιώνα έως σήμερα, Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, Περιφερειακό Τμήμα Νομού Κέρκυρας, Κέρκυρα 2009.
·       Dr H. HAUROWITZ., Αναμνήσεις από την Κέρκυρα, Καλοκαίρι 1896, εκδόσεις Πιτσίλος, Αθήνα 2016.
·       MOUSSON, A., Κέρκυρα και Κεφαλλονιά, Εκδόσεις Ιστορητής, Αθήνα 1995.
·       ΠΑΡΤΣ, Ι., Η νήσος Κέρκυρα, γεωγραφική μονογραφία, Τυπογραφείο Ναχαμούλη, Κέρκυρα 1892.
·       ΤΣΟΥΜΑΝΗΣ, Κ., Η Κέρκυρα μέσα από τα μάτια των περιηγητών, Εκδόσεις ΕΨΙΛΟΝ, Αθήνα 2010.


[1] πελάγρα: Μορφή λέπρας που παρουσιάζεται κυρίως στην ύπαιθρο, πλήττει σε μεγαλύτερο ποσοστό το γυναικείο φύλο και έχει αποδοθεί στην κατανάλωση καλαμποκάλευρου, που δεν έχει συντηρηθεί σωστά.
[2] Ο Π. Σαμαρτζής ορίζει σαν ημερομηνία του σεισμού την 30ή Σεπτέμβρη, ενώ ο Ι. Παρτς την 12η του Οκτώβρη. Η διαφορά στην ημερομηνία πιθανότατα οφείλεται στο παλαιό και το νέο ημερολόγιο.