Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Book-amateur: Επτανήσια γυναίκα και κοινωνικές τάξεις, 15ος -19ο...

Book-amateur: Επτανήσια γυναίκα και κοινωνικές τάξεις, 15ος -19ο...: Η μετάβαση από την χρόνια αταβιστική θεώρηση για το γυναικείο φύλο στη διεκδίκηση της γυναικείας ετερότητας θα συντελείται με δειλά   βή...

Επτανήσια γυναίκα και κοινωνικές τάξεις, 15ος -19ος αιώνας



Η μετάβαση από την χρόνια αταβιστική θεώρηση για το γυναικείο φύλο στη διεκδίκηση της γυναικείας ετερότητας θα συντελείται με δειλά  βήματα ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα, ωστόσο θα είναι μια μακριά και επίπονη διαδικασία, ειδικά στον επτανησιακό χώρο της υπαίθρου δεδομένου ότι είχαν να ξεπεραστούν βαθιά ριζωμένες στο συλλογικό ασυνείδητο ιδεολογίες και στάσεις.

 Η ρηξικέλευθη αυτή αλλαγή θα έχει ως αποδέκτες πρώτα και κύρια τους κοινωνικά ανώτερους κύκλους, ευγενείς και πλούσιους αστούς, που με όπλο την αυτοπεποίθηση που απορρέει από την κατοχή τόσο του τίτλου όσο και  του χρήματος  θα δώσουν χώρο προσωπικής και πνευματικής  ανάπτυξης και πολλές δυνατότητες πρόσβασης στη γνώση σε προικισμένες γυναίκες της οικογένειάς τους, που μπορούν άνετα και απαλλαγμένες από ταμπού να συναναστρέφονται πλήθος διανοούμενων στα ευρωπαϊκά σαλόνια και να αποκτούν μόρφωση ανάλογη και ισάξια με αυτή του άλλου φύλου τυγχάνοντας ταυτόχρονα ισότιμης εκτίμησης με αυτό. Ωστόσο η επιλογή στη μόρφωση θα είναι σπάνια ακόμα και σε αυτές τις  κοινωνικές τάξεις. 
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις δυο γυναικών των αρχών του 19ου αιώνα, της Ισαβέλλας Θεοτόκη Αλμπρίτζι και της Μαρίας Πετρετίνι. Ζωηρές, ατρόμητες και ασυμβίβαστες και οι δυο θα υποκύψουν βέβαια στο γάμο υπό την πίεση των κοινωνικών επιταγών, σύντομα όμως θα δραπετεύσουν κυνηγώντας το όνειρο για μόρφωση και δημιουργία έξω από τα όρια του στενού τοπικού τους κύκλου. 
Η Ισαβέλλα, απόγονος της περιώνυμης οικογένειας Θεοτόκη της Κέρκυρας, ήταν φύση προικισμένη και ως προς τη φυσική καλλονή αλλά και ως προς τα πνευματικά χαρίσματα, με ροπή προς τα γράμματα και τις τέχνες από την παιδική της ακόμα ηλικία. Η οικονομική της δυνατότητα αλλά και η διαρκής γονεϊκή παρότρυνση, της επέτρεψαν να ταξιδέψει ανά την Ευρώπη και να επεκτείνει τις γνώσεις της, ασχολούμενη κυρίως με τη φιλολογία και τις καλές τέχνες. Το σπουδαιότερο της έργο θα εκδοθεί το 1809 στην Πίζα της Ιταλίας επιγραφόμενο ως "Έργα αγαλματοποιίας και πλαστικής του Αντώνιου Κανόβα" και το ίδιο έτος θα εκδοθεί και στην Κέρκυρα, σκιαγραφώντας τα σημαντικότερα έργα του γλύπτη. Το ίδιο έργο, εξαιρετικά επιτυχημένο, τυπώθηκε επανειλημμένα με νέες προσθήκες και σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας. Η απαστράπτουσα προσωπικότητά της και το ευπροσήγορο του χαρακτήρα της θα γοητεύσει μεγάλους άνδρες της εποχής, όπως ο κόμης Γκίλφορντ, ο Κοραής και ο Ανδρέας Μουστοξύδης. Ο Γκίλφορντ μάλιστα σε ένδειξη θαυμασμού θα γονατίσει εμπρός της φιλώντας της το χέρι μέσα σε ένα βενετσιάνικο καφενείο.
Ισαβέλλα Θεοτόκη Αλμπρίτζι


   Σύγχρονη της Ισαβέλλας Αλμπρίτζι, με καταγωγή από Κέρκυρα και με ειδίκευση σε θέματα φιλοσοφίας  θα έχει όπως και η σύγχρονή της Ισαβέλλα τη δυνατότητα της περιήγησης στους λόγιους ευρωπαϊκούς κύκλους. Στη Φλωρεντία θα γράψει στα ιταλικά το βίο της Κασσάνδρας Φεντέλη, ένα πόνημα επικροτούμενο από πανεπιστημιακούς κύκλους της εποχής και τυπωμένο το 1814 στη Βενετία. Η Μ. Πετρετίνη, κοσμική, άριστη γνώστρια όχι μόνο της αγγλικής αλλά και της ισπανικής και γαλλικής γλώσσας θα συναναστραφεί με διακεκριμένους άντρες της εποχής, οι οποίοι θα αναγνωρίσουν την αξία της και θα την προωθήσουν στο να αναδείξει τα σπάνια ταλέντα της. Το 1823 στην Κέρκυρα θα εκδώσει από το τυπογραφείο της Κυβέρνησης την «Τοπογραφική περιγραφή της Νήσου Κέρκυρας», έργο του άγγλου Cartwright, μεταφράζοντάς το από τα αγγλικά στα ιταλικά. Το μεταφραστικό της έργο θα επεκταθεί το 1838, μεταφράζοντας από τα αγγλικά στα ελληνικά τα γράμματα της κόρης του Άγγλου πρόξενου από τα ταξίδια της σε Ασία, Αφρική και Ευρώπη. Επίσης, θα μεταφράσει και το Φιλόστρατο από τα ιταλικά στα ελληνικά. Μια διατριβή της "Περί γυναικείας αγωγής" θα μείνει ανέκδοτη για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ διάφορα βιογραφικά προσχεδιάσματα ενδόξων γυναικών της Βενετίας θα μείνουν ημιτελή.

Κερκυραία και νέος, Διονύσης Τσόκος


Στον αντίθετο πόλο, η  θέση της γυναίκας της επτανησιακής υπαίθρου, όπως άλλωστε και κάθε ομόφυλής της χωρικής στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου θα είναι εξαιρετικά επιβαρυμένη, αφού η φτώχεια, η για αιώνες δουλεία και η πολύωρη και απάνθρωπη σκληρή εργασία θα αφήσουν την ψυχή της χωρίς κίνητρο και με ανεφάρμοστες ηθικές δυνάμεις, όπως χαρακτηριστικά θα γράψει ο Εμμανουήλ Θεοτόκης.  Ενδεικτικά, κάποια χρόνια αργότερα ο Κερκυραίος δικηγόρος και λαογράφος Γ. Μπουνιάς στα «Κερκυραϊκά» του θα αναφέρει ότι στο νησί την εποχή εκείνη οι γυναίκες ανήκαν σε τρεις κατηγορίες: «Η κυρία ήτις εθεωρείτο υποκείμενον, η σιόρα ημιυποκείμενο και η χωριάτισσα αντικείμενο».
Κερκυραίες χωρικές

 Είναι πράγματι η γυναίκα της υπαίθρου ένα απόλυτα θλιβερό και ανυπεράσπιστο πλάσμα, εκτεθειμένο διαρκώς στη συκοφάντηση και τη σκληρότητα των συγχωριανών του, προορισμένο να ανέχεται αγόγγυστα τη βάναυση συμπεριφορά του άντρα –αφέντη, που αρκετά συχνά αποφεύγει τις κοπιαστικές αγροτικές εργασίες επιβαρύνοντας επιπρόσθετα  με αυτές τη συμβία του. Ο άθλιος βίος, η αδράνεια του πνεύματος και η καταπιεσμένη σεξουαλικότητα γρήγορα θα οδηγήσουν μια έμφυτη φυσική ομορφιά -για την οποία γίνεται λόγος σε πολλά συγγράμματα - στην απότομη γήρανση και στην ψυχική σκληρότητα, που συνήθως εκφράζεται σε λεκτικό επίπεδο με τη συκοφάντηση και τη χαιρεκακία προς το γυναικείο περίγυρο του χωριού και θα αποτελεί συχνά αιτία σκανδάλων και  αντεκδίκησης ανάμεσα στα αρσενικά μέλη των εμπλεκόμενων οικογενειών, αφού οι διενέξεις θα διεξάγονται πάντα για θέματα τιμής.

 Αρκετά συχνά η αποδέσμευση  της συσσωρευμένης γυναικείας σεξουαλικότητας θα οδηγεί στο παράπτωμα της μοιχείας.  Όταν το έγκλημα διαπραχθεί η περιθωριοποίηση είναι δεδομένη και η επερχόμενη συκοφαντία θα εκφραστεί τώρα με ένα πιο συμβολικό και βαθύτερα προσβλητικό τρόπο. Έτσι όταν ο Τζώρτζης Κοέρος, κάτοικος Σπηλιάς, ανακαλύπτει έξω από το κατώφλι του ένα ζευγάρι κέρατα η σύζυγος του Μαρία είναι υποχρεωμένη να υποστεί έναν εκούσιο αφορισμό- συνήθης πρακτική στα Επτάνησα ελκόμενη από τη βενετοκρατία- ή σε άλλη περίπτωση η «αμαρτωλή» αναγκάζεται να βλέπει το όνομά της αναρτημένο σε πλακάτ έξω από το πιο πολυσύχναστο μέρος του χωριού, το φούρνο της γειτονιάς. Φυσικά, στις υπάρχουσες συνθήκες η ποινικοποίηση του παραπτώματος θεωρείται αυτονόητη, οδηγώντας είτε στη φυλακή είτε σε εγκλεισμό σε μοναστήρι.

 Ακόμη όμως και σε περιπτώσεις που δεν έχουν το στίγμα της προσωπικής επιλογής, όπως η βίαιη ή η δόλια διακόρευση με υπόσχεση γάμου, η ακούσια απαγωγή και ο βιασμός, η χωρική εξακολουθεί ακόμα να αντιμετωπίζεται ως θύτης.  Η ακεραιότητα της παρθενίας,  απαράβατος όρος για το γάμο θα συμβολίζει την ηθική ακεραιότητα όλης της οικογένειας και η απώλειά της πρωτίστως στα χαμηλά στρώματα του πληθυσμού συνεπάγονταν αυτόματα τη μοναξιά και την ατίμωση με μόνιμη επωδό –απειλή προς την «παραστρατημένη» το δρόμο προς τα «σπίτια» της χώρας, ενώ στις τάξεις των ευγενών και των αστών οι συνέπειες ήταν σαφώς λιγότερο καταστροφικές, με την έννοια ενός γάμου πολύ κατώτερου των προσδοκιών των γονέων, χωρίς όμως ποτέ να θεωρούνται ανυπέρβλητη οικογενειακή συμφορά.

Μάθημα μουσικής, Βικέντιος Μποκατσιάμπης
 Ουσιαστικά, η θετική μεταστροφή στην αντιμετώπιση του γυναικείου φύλου θα αρχίσει να γίνεται αντιληπτή σε πρακτικό επίπεδο μόνο μετά το 1870 και πάντα με κινητήριο μοχλό την ολοένα ακμάζουσα αστική τάξη, διαχρονικό φορέα προόδου και ανανέωσης, που θα εισβάλλει ραγδαία αφαιρώντας οριστικά την πρωτοκαθεδρία από τη συντηρητική αριστοκρατία και μεταβάλλοντας ριζικά τις νοοτροπίες, κυρίως μέσα από την πρακτική των επιγαμιών. Ωστόσο αυτή η αλλαγή θα γίνει αισθητή κυρίως στο πεδίο των προνομιούχων τάξεων της πόλης, ενώ στην κερκυραϊκή ύπαιθρο, χώρο απομακρυσμένο από την επιρροή των ανακατατάξεων, θα επισημαίνονται πάντα κατάλοιπα του πιο σκληρού και άγριου πατριαρχικού κατεστημένου μέχρι και το πολύ πρόσφατο παρελθόν.

 Γιάννου Πέπη

Οι πληροφορίες για τη Μαρία Πετρετίνι και Ισαβέλλα Αλμπρίτζι είναι από τη σειρά των Κερκυραϊκών Χρονικών του Κώστα Δαφνή, Λαυρέντιος Βροκίνης "Βιογραφικά Σχεδάρια" , Τεύχη Α, Β, Κέρκυρα 1978.

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Book-amateur: Το πογκρόμ του 1891, Τα "Εβραϊκά της Κέρκυρας

Book-amateur: Το πογκρόμ του 1891, Τα "Εβραϊκά της Κέρκυρας: Το πογκρόμ του 1891, τα "εβραϊκά της Κέρκυρας" Στις 2 Απριλίου 1891, στην πόλη τής Κέρκυρας, βρέθηκε το πτώμα ενός εντεκάχρονου...

Το πογκρόμ του 1891, Τα "Εβραϊκά της Κέρκυρας"

Το πογκρόμ του 1891, τα "εβραϊκά της Κέρκυρας"
Στις 2 Απριλίου 1891, στην πόλη τής Κέρκυρας, βρέθηκε το πτώμα ενός εντεκάχρονου κοριτσιού. Το πτώμα ήταν άγρια κακοποιημένο, στραγγισμένο από το αίμα του, κλεισμένο μέσα σε σάκο μαζί με πίτουρα και χορτάρια. Οι βασανιστές και σφαγείς του το είχαν αποθέσει στην Εβραϊκή συνοικία της πόλης, κοντά στη Συναγωγή. Το κορίτσι, όπως γρήγορα αποδείχθηκε, ονομαζόταν Ρουμπίνα και ήταν κόρη του Εβραίου ράφτη Βήτα Σάρδη. Ο πατέρας του είχε δηλώσει τήν εξαφάνιση στην Αστυνομία και είχε προσλάβει κήρυκα (ντελάλη), υποσχόμενος αμοιβή σε όποιον βοηθούσε τις έρευνες για την ανεύρεση του.
Το περιστατικό εκτυλίσσεται στους βρώμικους, ανήλιαγους και βουερούς δρόμους της συνοικίας και οι αδέξιοι χειρισμοί των αρχών δείχνουν εμμέσως αλλά απολύτως ΄με σαφή τρόπο πως καθαρά επρόκειτο για εβραϊκή πλεκτάνη, γεγονός που θα εκτοξεύσει το κοιμισμένο μέχρι τότε αντισημιτικό μένος στα ύψη. Η φαντασία πανικόβλητη οργιάζει και το ένα κακόβουλο σενάριο διαδέχεται το άλλο, παλαιότερα μίση και διαμάχες διογκώνονται και η προοπτική ενός άγριου πογκρόμ εκλογικεύεται και εξαπλώνεται σαν μαύρο μελάνι σε λευκό χαρτί σε πολλές άλλες ελληνικές περιοχές, με κυριότερη τη Ζάκυνθο. Η άρνηση των Εβραίων και η σθεναρή τους αντίσταση να ενσωματωθούν σε συγκεκριμένα κοινωνικά σύνολα, η φιλοπονία τους και η αγάπη για το χρήμα θα τους οδηγεί συχνά στο να μετέρχονται τα ¨βάναυσα" επαγγέλματα, καταφέρνοντας να δημιουργήσουν μέσα στην καρδιά της πόλης μια ακμάζουσα οικονομικά κοινότητα, που θα λειτουργεί σωρευτικά στο φθόνο και την αντιζηλία των ντόπιων χριστιανών κατοίκων, και που τώρα είναι η στιγμή να βρει την έκφρασή της.
Λιθοβολισμοί, κακοποιήσεις,, λεηλασίες σε σπίτια και καταστήματα, μέχρι και 50 νεκρούς αναφέρουν ξένα πρακτορεία ειδήσεων, θα εκτοπίσουν ένα μεγάλο και ιδιαίτερα δημιουργικό μέρος του εβραϊκού πληθυσμού σε άλλους τόπους, κυρίως την Αίγυπτο αποψιλώνοντας την πόλη από ένα ιδιαίτερα αποδοτικό κομμάτι της.
Φυσικά σε κάθε συνταρακτικό κοινωνικό γεγονός καραδοκεί και η πολιτική εκμετάλλευση, ειδικά όταν αυτό τύχει να συμβεί σε καιρό προεκλογικής περιόδου που δεσπόζουν οι μορφές Τρικούπη και Δηλιγιάννη (εποχή που εγκαινιάζεται ο δικομματισμός στην Ελλάδα), όπου η πολιτική ιδεολογία τείνει να ταυτίζεται με πρόσωπα και φατρίες και ως εκ τούτου οι αντιπαλότητες οξύνονται.
"Το 1891 γίνονται στην Κέρκυρα Δημοτικές εκλογές. .....Οι Δηλιγιαννικές εφημερίδες των Αθηνών κατηγορούν τον Γ. Θεοτόκη, ότι η εξέγερση εναντίον των Εβραίων, ήταν έργο του για να δημιουργήσει πρόβλημα στην κυβέρνηση Δηλιγιάννη. Ο Θεοτόκης αποκρούει την κατηγορία.
Ο Θεοτόκης προσπαθεί με διάφορους τρόπους να εκφοβίσει τους Εβραίους, ώστε ακόμα και αν δεν μεταστραφούν προς το δικό του κόμμα, τουλάχιστον να μην προσέλθουν στην ψηφοφορία. Άνθρωποί του βεβηλώνουν τους εβραϊκούς τάφους, στέλνουν ανώνυμες απειλητικές επιστολές, με τις οποίες απειλούν και τρομοκρατούν ότι θα προχωρήσουν σε πυρπολήσεις σπιτιών και φόνους ισραηλιτών."
Η έκβαση της όλης υπόθεσης έχει γίνει αντικείμενο της εργασίας της Ευτυχίας Λιάτα "η Κέρκυρα και η Ζάκυνθος στο ρεύμα του αντισημιτισμού" Εθνικό ίδρυμα Ερευνών αλλά και το θέμα στο τελευταίο διήγημα του Α. Παπαδιαμάντη "ο αντίκτυπος του νου".
Στο διήγημά του «Ο αντίκτυπος του νου», ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης παρουσιάζει μια παρέα φτωχογλεντζέδων που κάνουν «σπονδάς εις τον Βάκχον» «εις του Καρμάνη το μπακάλικον». Οι πιο αχώριστοι της παρέας είναι τρεις, ο σιτσιλιάνος Αντώνιος Αλμπέργος από την Κατάνια, ο Σαββατίνος Λευί ή Σάλβος, εβραίος από την Κέρκυρα, και ο Λύσανδρος Παπαδιονύσης, «ένας από τους δικούς μας» και ολοφάνερο άλτερ έγκο του Παπαδιαμάντη. «Τρεις άνθρωποι, τρεις φυλαί, τρία θρησκεύματα, ως κοινόν γνώρισμα είχον μεγάλην κλίσιν εις τα γιουβέτσια, τα οποία παρήγγελλον εις τον γειτονικόν φούρνον, με μακαρόνια πολύ χονδρά, ραβδωτά, τα οποία τινές ονομάζουσι, δεν ηξεύρω διατί, σέλινα». Στην παρέα προστίθεται κι ένας γέρος ιταλοκερκυραίος, ο μπαρμπα-Νιόνιος ο Πούπης, ο οποίος σιγά-σιγά πιάνει μεγάλες φιλίες με τον Σάλβο τον εβραίο.
Μαζύ έτρωγαν, μαζύ έπιναν, μέ τον Σάλβον. Ποτέ δεν τα είχαν τόσον καλά… Αίφνης ένα πρωί, κατά Μάρτιον μήνα, ενώ επλησίαζε το Πάσχα, έρχεται από την Κέρκυραν είδησις, και την ανέγραφον όλ’ αι εφημερίδες, ότι οι εκεί Εβραίοι ήρπασαν μικράν κορασίδα χριστιανήν, και τήν έσφαξαν· της έπιαν το αίμα!…
Άμα ήκουσεν ο μπάρμπα Πούπης την εΐδησιν, ότι εις την πατρίδα του (όπου είχε τριάντα χρόνους να πατήση) συνέβη αυτό το πράγμα, έγεινεν αμέσως πυρ και μανία εναντίον των Εβραίων. Ω! να είχεν ένα Εβραίον νά τον πνίξη!…
Κατά συγκυρίαν, εκείνην την στιγμήν, εισήρχετο εις το καπηλείον ο Σάλβος… Ιδού είς Εβραίος! Και Εβραίος μάλιστα εκ Κερκύρας, εκεί­θεν όπου οι ομόθρησκοί του έπραξαν το ανοσιούργημα…
Ο μπαρμπα-Πούπης εγείρεται, σφίγγει τας πυγμάς απειλητικώς, πάλ­λει ταύτας άνω και κάτω κυκλοτερώς, ως προς πυγμαχίαν, και εφορμά κατά του Σάλβου.
— Μωρέ σκυλί!
Και μπούπ! η μία πυγμή κατέπεσεν εις τον ώμον του Εβραίου. Ο Σάλβος δεν επρόλαβε να είπει: «Τι έχεις; τι έπαθες;» μόνον είπεν ώχ! και ωπισθοχώρησεν. Η δευτέρα πυγμή του Πούπη θα εύρισκε παρ’ ολίγον το στέρνον, αλλά κατέπεσεν εις το κενόν. Ο Καρμάνης, ο κάπηλος, ο Λύσανδρος Παπαδιονύσης, όστις έτυχε να είν’ εκεί, και δύο άλλοι, πα­ρενέβησαν, και απεμάκρυναν τον Σάλβον, έξω του καπηλείου. Ο μπάρμπα Πούπης ήθελε να τον κυνηγήση εις τον δρόμον, αλλά μετά κόπου τον εκράτησαν.

Πέπη Γιάννου

Πηγές:
 Ευτυχία Λιάτα "Η Κέρκυρα και η Ζάκυνθος στο ρεύμα του αντισημιτισμού" ΕΙΕ, Αθήνα 2012
Ιωάννου Ρωμανού Ιστορικά Έργα, Κερκυραϊκά Χρονικά,τ.ΖΙ: "Οι Εβραίοι της Κέρκυρας", Κέρκυρα 1959.





Φωτογραφία της Pepi Giannou.
Εβραϊκή συνοικία αρχές 20ου αιώνα

Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

Ο κλέφτης

‘Ηταν μέσα Απριλίου πριν δυο χρόνια, λίγο πριν το Πάσχα, εκεί που η άνοιξη παλεύει με την εκπνοή του χειμώνα. Μουντό πρωινό με ψιλόβροχο, ερημιά που κάνει τον ήχο των τακουνιών να ακούγονται ρυθμικά στις πλάκες των καντουνιών και σε κλείνει ολοένα και πιο έντονα στις σκέψεις, τις δικές σου σκέψεις. Μηχανικά βάζω το μεγάλο σιδερένιο κλειδί στην πράσινη βενετσιάνικη  πόρτα και ανοίγω το βιβλιοπωλείο. Η απόλυτη ησυχία και η αίσθηση ότι εκεί μέσα υπάρχει ζωή κλεισμένη σε σελίδες με αποσπά βάζοντας με και πάλι σε ρυθμούς κίνησης και ευεξίας. 


 Παρατηρώ ωστόσο ότι μια εξωτερική βιτρίνα έχει σπάσει και λείπει ένα βιβλίο, ο Καπετάν Μιχάλης του Καζαντζάκη, σκληρόδετο και άψογο, με τα χρυσά του συρρίτια, τις παλαιωμένες σελίδες του, χάρμα οφθαλμών. Τα γυαλιά παντού σκορπισμένα κι εγώ να αναρωτιέμαι γιατί δεν πήραν και τα υπόλοιπα. Με πιάνει το φοβικό μικροαστικό μου και αυτόματα τηλεφωνώ στην αστυνομία. Έκπληκτη μαθαίνω ότι γνωρίζουν το περιστατικό και ξέρουν και το δράστη αφού κάποιος νυχτερινός φύλακας των γύρω κοσμηματοπωλείων τον έκανε τσακωτό την ώρα που διέπραττε το «αποτρόπαιο» έγκλημα. Ήταν 5 το πρωί, ξημερώματα, πάντα η ώρα που για όλους μας επιφυλάσσει το στραβοπάτημα των μύχιων θέλω μας που ακροβατούν μέσα μας χάνοντας λίγο πριν το φως την ισορροπία τους. Κρατούσε μια ομπρέλα, που τη χρησιμοποίησε για να σπάσει τη βιτρίνα σχετικά αθόρυβα, όμως η πτώση των τζαμιών, παρά το σιγανό κροτάλισμα της βροχής τον πρόδωσε. Ο φύλακας τον πήρε πρέφα και κυνηγήθηκαν αλά αμερικέν στα γύρω καντούνια, του ξέφυγε όμως, αλλά λίγο αργότερα τον ξαναβλέπει, μια σκοτεινή φοβισμένη σκιά μέσα στο σκοτάδι, τον σταματάει και παίρνει στοιχεία χωρίς φυσικά να βρεθεί πάνω του τίποτα, όμως το σουλούπι και η μοναδική παρουσία εκείνη τη στιγμή στους έρημους δρόμους μαρτυρά πως χωρίς αμφιβολία ήταν εκείνος.
 Μου λέει λοιπόν αν θέλω να κάνω μήνυση θα μάθω και το όνομα. Φυσικά και δε θέλω, πιθανότατα, όπως μου επιβεβαιώνει και ο ίδιος πρόκειται για φοιτητή και μέσα μου νιώθω μια άγρια χαρά που επιτέλους με τίμησε ένας κλέφτης βιβλίων. Το θέμα λήγει εκεί.
 
Την ίδια μέρα έχω ήδη φτιάξει το τζάμι, χωρίς βιβλία η βιτρίνα για να στεγνώσει, και το  πρωί από μακριά πέφτει το μάτι μου σε έναν άσπρο φάκελο κολλημένο πάνω στον τόπο του εγκλήματος. Τον ανοίγω και μέσα είναι μια λευκή κόλλα χαρτί και πάνω αριστερά με την πιο ψιλή γραμματοσειρά, γραμμένο δειλά δειλά το εξής μήνυμα: «Συγνώμη για τη ζημιά, ήταν ατύχημα, ελπίζω τα χρήματα να φτάνουν», κοιτάζω μέσα στο φάκελο και βρίσκω σαράντα ευρώ.

 
Σκέφτομαι συγκινημένη ότι ο Καζαντζάκης βρήκε τον ιδανικό παραλήπτη, αυτόν που του άξιζε και σταματώ να το σκέφτομαι, γιατί νιώθω μια επίμονη επιθυμία να γνωρίσω αυτό το νέο παιδί, να του πω να μη φοβάται, και φυσικά δε μπορώ, παρά μόνο.... αν του κάνω μήνυση.

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Book-amateur: Villa Rossa

Book-amateur: Villa Rossa: Η oικογένεια Ασπιώτη άφησε βαθιά το στίγμα της «χαραγμένο» στην Κέρκυρα και όχι μόνο, καθώς έφτιαξε το πρώτο βιομηχανικό συγκρότημα π...

Villa Rossa



Η oικογένεια Ασπιώτη άφησε βαθιά το στίγμα της «χαραγμένο» στην Κέρκυρα και όχι μόνο, καθώς έφτιαξε το πρώτο βιομηχανικό συγκρότημα που εξυπηρέτησε τον ελληνισμό στον τομέα της τυπογραφίας. Η τυπογραφία στην Ελλάδα γεννήθηκε ουσιαστικά από το εργοστάσιο Ασπιώτη.
Οι περισσότεροι από εμάς ίσως γνώρισαν την τελευταία απόγονο της οικογένειας, Μαρί Ασπιώτη. Ήταν ιστορικός και καθηγήτρια αγγλικών,μια απίστευτα ευγενική ψυχή με βαθιά γνώση της ιστορίας του τόπου και φανατική λάτρης της κερκυραϊκής φύσης. Εμάς τους μαθητές της, της άρεσε να μας πηγαίνει εκδρομές σε μονοπάτια και δάση και να μας δείχνει τα είδη των μανιταριών και των βοτάνων και ανάμεσα σε όλα αυτά να διηγείται θρύλους και ιστορίες με το μοναδικά μαγικό και αθώο της τρόπο. Αγαπημένο της μέρος ήταν το δάσος των πουλιών στο Κομπίτσι το φθινόπωρο, γιατί έλεγε πως τα χρώματα και τα αρώματα της φύσης ήταν πιο έντονα τότε, μαθαίνοντας μας να εξασκούμε την όσφρηση και την όρασή μας, για να μη χάνουμε τίποτα από τη ζωή που περνά και χάνεται.


Τη θυμάμαι, όπως όλοι όσοι τη γνωρίσαμε, με τα λευκά σαν χιόνι μαλλιά της, με τις φούστες πτι καρό από εγγλέζικο ύφασμα και εκείνη την αδιόρατη μυρωδιά του πράσινου κερκυραϊκού σαπουνιού, την απαλή και καθησυχαστική της φωνή. Ήταν τόσο ηχηρή και επιβλητική η απλή και ταπεινή της παρουσία, που σίγουρα δε σου άφηνε περιθώρια να την ξεχάσεις. Πέθανε έτσι μόνη με σιωπηλό και αξιοπρεπή τρόπο στην πολυθρόνα του οικογενειακού αρχοντικού της, πλήρης ημερών και εμπειριών, κληροδοτώντας μας την αγάπη της για τη φύση και την ιστορική γνώση. Πολλά ιστορικά άρθρα της, από το πλούσιο συγγραφικό της έργο για την περίοδο της αγγλικής κατοχής στην Κέρκυρα βρίσκονται σε δελτία της Αναγνωστικής Εταιρείας.






Έκτοτε όμως και αμέσως μετά το θάνατό της το αρχοντικό ρημάζει, σκοτεινιά και βρύα διαδέχτηκαν το φως των κρυστάλλινων πολυελαίων και τη λάμψη των φαντασμαγορικών γιορτών που οργανώνονταν κατά κόρον στις χρυσές εποχές της οικογένειας, στο οποίο οι υπηρέτες λένε πως ένιωθαν ως μέλη της οικογένειας και ποτέ ως εργαζόμενοι, το εσωτερικό λεηλατήθηκε, έργα τέχνης, σπάνιοι πίνακες και βαρύτιμα έπιπλα έκαναν φτερά. Και όχι δε φταίει η κρίση, αλλά η χρόνια και μακροχρόνια αδιαφορία και αναλγησία των υπεύθυνων, η ιστορική αναπηρία, η πολιτικάντικη στενομυαλιά, μακάρι να μην το θρηνήσουμε και αυτό... φοβάμαι όμως ότι πολύ σύντομα θα επέλθει η πλήρης απώλειά του, συμπαρασύροντας στη λήθη και την αξιολάτρευτη φιγούρα της γυναίκας που τόσο αγάπησε τους μαθητές της και το νησί της και που πότε δεν έτυχε της ανάλογης αναγνώρισης.

Πέπη Γιάννου


https://youtu.be/kBt7WfAzD4A

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015

Book-amateur: Σωφρονιστήριο Κέρκυρας

Book-amateur: Σωφρονιστήριο Κέρκυρας: Όσο κι αν ακούγεται περίεργο οι φυλακές της Κέρκυρας, που στα νεότερα χρόνια κατείχαν τη φήμη κάτεργου, χωρίς ειλικρινά να υφίσταται κάποι...

Σωφρονιστήριο Κέρκυρας

Όσο κι αν ακούγεται περίεργο οι φυλακές της Κέρκυρας, που στα νεότερα χρόνια κατείχαν τη φήμη κάτεργου, χωρίς ειλικρινά να υφίσταται κάποια βάση σε αυτό, επί αγγλοκρατίας υπήρξαν πρότυπο σωφρονιστικού ιδρύματος  ανά την Ευρώπη. Η αρχιτεκτονική τους, βασισμένη στο σχέδιο Πανοπτικόν περιελάμβανε 10 ακτινωτά διατεταγμένα κτήρια και στη μέση το κυκλικό γραφείο του διευθυντή από όπου μπορούσε να ελέγχει ανά πάσα στιγμή μέσα από τα δέκα παράθυρα του γραφείου του οποιαδήποτε ύποπτη κίνηση, είναι άξια θαυμασμού μέχρι σήμερα.


 Το σύστημα που εφαρμόζονταν ήταν το μικτό απομονωτικό, δηλαδή συλλογική εργασία των κρατουμένων σε καθεστώς σιωπής κατά τη διάρκεια της ημέρας και απομόνωση τη νύχτα, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρώπη ίσχυε το αυστηρά απομονωτικό σύστημα. Οι κρατούμενοι προέρχονταν κυρίως από την Κέρκυρα και τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου, και παρά το αυστηρά γραφειοκρατικό καθεστώς, έχαιραν απόλυτου σεβασμού τόσο από τους φύλακες, των οποίων η συμπεριφορά ελέγχονταν και τυχόν δωροδοκία τους σήμαινε αυτόματα και την απόλυσή τους, όσο και από τον ίδιο τον διευθυντή. 


Το αξιοθαύμαστο όμως ήταν τα υπέροχα έργα τέχνης, κατασκευασμένα από τους ίδιους τους κρατούμενους, τα οποία πωλούνταν πανάκριβα, καθιστώντας το χώρο της φυλακής, χώρο διεξαγωγής ενός αληθινά επικερδούς εμπορίου και δίνοντας σε αυτούς τους ανθρώπους την αίσθηση ότι άξιζαν πραγματικά. Επιτελούσε δηλαδή η φυλακή τον ουσιαστικό της ρόλο. Δυστυχώς, σήμερα ο μεγάλος βαθμός παθητικότητας στις φυλακές, όχι μόνο της Κέρκυρας αλλά πανελλαδικά είναι η κύρια αιτία των συνεχών υποτροπών των κρατουμένων, επιβεβαιώνοντας τους αρχαίους ημών προγόνους, ότι αργία μήτηρ πάσης κακίας και δικαιώνοντας τον Έριχ Φρομ που υποστήριζε ότι η ανία και η πλήξη είναι η ρίζα κάθε κακοήθους επιθετικότητας.
Για την πρότυπη και εύρυθμη λειτουργία του γράφει μετά από 23 χρόνια ο Μιχαήλ Μητσάκης στην «Εστία»: «Και εν τούτοις, τις θα το επίστευεν, υπάρχει και μια φυλακή εν Ελλάδι, ης οι τρόφιμοι δεν κυλίονται εις τον βόρβορον, δεν αποκτηνούνται, δεν αποθηριούνται. Υπάρχει μιαν φυλακή, ην δια να επισκεφθής δεν αναγκάζεσαι να κατέλθης εις βάθη ανήλια, ήτις δεν απόζει, ης δεν αποκλείουν τείχη κυκλώπεια τον αέρα, και το φως αδιαπέραστοι φραγμοί. Υπάρχει μια φυλακή, εν η δεν κάθηνται νυχθημερόν σταυροποδητεί χαρτοπαικτούντες οι κατάδικοι, δε μένουν βεβυθισμένοι εις την ιλύν και την αργίαν… Υπάρχει μια φυλακή εν η εργάζονται! Και αύτη είναι το Σωφρονιστήριον της Κέρκυρας.»

Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Μπόρχες: εις μνήμη J.F.K

Το κείμενο αυτό γράφτηκε αμέσως μετά τη δολοφονία του Κένεντυ με το μοναδικό και συγκλονιστικό τρόπο του Χόρχε Λούις Μπόρχες. που έγραφε μόνο για αυτόν και τους φίλους του και για να κάνει ευκολότερο, όπως έλεγε, το πέρασμα του χρόνου.
Βρίσκεται στη συλλογή "Άπαντα τα Πεζά" εκδ. Πατάκη.









IN MEMORIAM J.F.K
...
Αυτή η σφαίρα είναι παμπάλαιη.
Το 1897, βρήκε τον Πρόεδρο της Ουρουγουάης σταλμένη από ένα νεαρό του Μοντεβιδέο, κάποιον Αρεδόντο , που είχε μείνει πολύ καιρό χωρίς να βλέπει άνθρωπο για να δείξει ότι δεν είχε συνενόχους. Τριάντα χρόνια πριν, το ίδιο βλήμα είχε σκοτώσει τον Λίνκολν από το εγκληματικό (ή μαγικό ) χέρι ενός ηθοποιού που τα λόγια του Σαίξπηρ τον είχαν αλλάξει σε Μάρκο Βρούτο, δολοφόνο του Καίσαρα*1. Στα μέσα του 17ου αιώνα, τη χρησιμοποίησε η εκδίκηση για να θανατώσει το Γουσταύο Αδόλφο της Σουηδίας, στη μέση της δημόσιας εκατόμβης μιας μάχης*2.
Παλιά, η σφαίρα ήταν κι άλλα πράγματα, γιατί η πυθαγόρεια μετουσίωση δεν είναι προνόμιο των ανθρώπων. Ήταν το μεταξένιο κορδονάκι που δέχονται οι βεζίρηδες της Ανατολής, το πυροβολικό και οι ξιφολόγχες που αφάνισαν τους υπερασπιστές του Άλαμο, η τριγωνική λεπίδα που έκοψε το λαιμό μιας βασίλισσας*3, τα καρφιά που διαπέρασαν τη σάρκα του Λυτρωτή και το ξύλο του Σταυρού,, το φαρμάκι που ο ηγέτης των Καρχηδονίων φυλούσε σε ένα σιδερένιο δαχτυλίδι*4, το γαλήνιο κύπελλο που ήπιε ο Σωκράτης κάποιο σούρουπο.
Στις απαρχές του χρόνου, ήταν η πέτρα που έριξε ο Κάιν στον Άβελ και θα' ναι πολλά ακόμα πράγματα που σήμερα δεν μπορούμε ούτε να τα φανταστούμε και που θα μπορέσουν να αποτελειώσουν τους ανθρώπους και την έυθραυστη, θεσπέσια μοίρα τους.




1* Λέγεται πως τη στιγμή που ο σαιξπηρικός ηθοποιός Τζώρτζ Ουίλκς Μπουθ πυροβολούσε τον Λίνκολν στο θέατρο (1895) φώναξε τη φράση που αποδίδεται στο Βρούτο κατά την αντίστοιχη ιστορική στιγμή:" Sic semper tyrannis!" δηλ." αυτό αξίζει στους τύραννους!"
2* Το 1632 κατά τον τριακονταετή πόλεμο στη Γερμανία
3* Της Μαρίας Αντουανέττας
4*Ο Αννίβας που το 182 π.Χ αυτόκτόνησε στην αυλή του βασιλιά της Βιθυνίας που ετοιμαζόταν να τον παραδώσει στους Ρωμαίους.

Οι σημειώσεις είναι από το παράρτημα του βιβλίου





Μπόρχες
Ο οικουμενικότερος συγγραφέας όλων των εποχών, ο άνθρωπος που έγραφε για να απαλύνει τη ροή του χρόνου, που φανταζόταν τον κόσμο σαν ένα είδος βιβλιοθήκης και το γράψιμο ένα κατευθυνόμενο όνειρο, που στο έργο του χορεύουν αρμονικά στους ρυθμούς του αργεντίνικου τάνγκο γκάουτσο της πάμπας,κατάκοποι πεόν, αιμοβόροι κονκισταδόρες φλογερές μουλάτες και πλήθος "άτιμων", που τόσο τον γοήτευαν γεννήθηκε σαν σήμερα το 1899 από μια μητέρα υπερπροστατευτική, που μέχρι το τέλος
της τυφλής και υπέρλαμπρης ζωής του δεν αποχωρίστηκε ποτέ. Νόμπελ δε του δόθηκε, ίσως για την απροθυμία του να καταδικάσει και τη σιωπηλή του στήριξη, κατά άλλους, στις στρατιωτικές δικτατορίες της Αργεντινής και της Χιλής. Με μια γλώσσα απαστράπτουσα στα πεζά του κείμενα που αντιστάθμιζε την τυφλότητα του και μια πιο λιτή και απέριττη στα ποιήματα θα συνεχίζει να ξετρυπώνει τη δύναμη των τυχερών αναγνωστών του:
Χτίζεις στην άμμο και χτίζοντας και ξαναχτίζοντας κάνεις την άμμο πέτρα.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2015

Book-amateur: Μιχαήλ Μητσάκης: Εις τον οίκον των τρελών, και άλλ...

Book-amateur: Μιχαήλ Μητσάκης: Εις τον οίκον των τρελών, και άλλ...: "Εις τον οίκον των τρελλών", αναμνήσεις Μιχαήλ Μητσάκη από το Ψυχιατρείο Κέρκυρας... Εκδ. Πατάκη, 2004, εντυπώσεις από την ολιγο...

Μιχαήλ Μητσάκης: Εις τον οίκον των τρελών, και άλλα δυο έργα

"Εις τον οίκον των τρελλών", αναμνήσεις Μιχαήλ Μητσάκη από το Ψυχιατρείο Κέρκυρας... Εκδ. Πατάκη, 2004, εντυπώσεις από την ολιγοήμερη νοσηλεία του συγγραφέα.



«Παρ’ ημίν, μετά πεντηκονταετή από της συστάσεως του βασιλείου βίον, μόλις ήδη κατορθώθη να γίνη αισθητή η ανάγκη και η υπό του πολιτισμού επιβαλλομένη υποχρέωσις της υπάρξεως ενός ασύλου των δυστυχών τούτων...Παλαιόν οικοδόμημα και αυτό, μη κατηρτισμένον. είναι αληθές, βεβαίως, συμφώνως προς πάσας της επιστήμης τας απαιτήσεις, μη δυνάμενον να χρησιμεύση ως υπόδειγμα τοιούτου φιλανθρωπικού καταστήματος...Και η θέα των εγκλείστων δεν παρέχει εκ πρώτης όψεως την ιδέαν εις τον παρατηρητήν ότι ευρίσκεται εν οικήματι τρελλών...Πολλοί συνομιλούν, τινές αναγιγνώσκουν, άλλοι ίστανται απλώς παρατηρούντες σιωπηλοί, άλλοι αποτελούσι πολυαρίθμους ομάδας, άλλοι περιπατούσι μακράν των λοιπών εν υπερηφάνω απομονώσει. Με τινάς εξ αυτών πρέπει να συνομιλήσης επί πολλήν ώραν δια να εννοήσης ότι είναι πράγματι παράφρονες...Επί δε της μορφής πάντες σχεδόν φέρουσιν αποτυπωμένην του παθήματος των την σφραγίδα, οφθαλμούς απλανείς, χρώμα ωχρόν, χείλη τρέμοντα. Ικανοί μεταξύ αυτών είναι γνωστά της κοινωνίας μέλη. Η ενδυμασία αυτών δεν είναι ομοιόμορφος, εκτός εκείνων εις ούς, όταν καταλαμβάνωνται υπό εξάψεων, φορούσι τον επί τούτο ωρισμένον μανδύα. Τα προς ίασιν μέτρα φαίνεται ότι καθυστερούσιν.Αυτλης της υδροθεραπευτικής σπάνια γίνεται χρήσις. Το συνηθέστερον είναι το απλούστερον το ξύλον. Προς τους διευθύνοντας το κατάστημα, τους επιστάτας και εν γένει τους υπηρετούντας εν αυτώ δεικνύουσιν οι παράφρονες βαθύ σεβασμόν σύμμικτον φόβω...»


Μιχαήλ Μητσάκης



Η ταξιδιωτική του δραστηριότητα, που οδήγησε στην ανάπτυξη και την ανάδειξη του σχετικού λογοτεχνικού είδους, φαίνεται ότι υπάκουε σε μια ανάγκη τόσο προσωπική όσο και συλλογική: να γνωρίσουν οι Έλληνες του άστεως την ελληνική περιφέρεια, τουρκοκρατούμενη και μη. Η  χειμαρρώδης προσωπικότητα του αποτυπώνονταν σε ένα εντυπωσιακό παρουσιαστικό το οποίο περιγράφει με εξαίρετη γλαφυρότητα ο Μ. Περάνθης: " Ψηλός και μελαψός. Τα μαλλιά του πάντα φρεσκοκομμένα. Η ρεπούμπλικα, ιδιότροπης κομψότητας, στο ίδιο πάντα σχήμα, ελαφρώς οξεία προς τα εμπρός, ελαφρώς κατεβασμένη στο μέτωπο, να σκιάζει και να υποβοηθεί τη μυωπική του όραση. Το μούσι του, "σφήνα", πάντα καλοψαλιδισμένο, αναστρέφονταν τοξοειδώς, συναντώντας σχεδόν την άκρη της γαμψής μύτης του. Τα ρούχα του, πάντα το ίδιο σκούρο χρώμα, μ' ένα σακάκι κλειστό, σχεδόν, ως το λαιμό, με μια σειρά από πολλά κουμπιά, ως απάνω. Ήταν κομψός. Και το ήξερε- και το επιδίωκε. Και αφιέρωνε πολλήν ώρα στην περιβολή του. Όταν γελούσε, τα δόντια του έλαμπαν κάτασπρα. Τα θαύμαζε κι' αυτά. Κι όταν εύρισκε ευκαιρία, τα κοίταζε, σαν να 'θελε να τα επιθεωρήσει, σ' ένα μικρό καθρεφτάκι της τσέπης. Αλλά η έκφραση του Μητσάκη πήγαζε, κυριότατα, από το βλέμμα του, κι απ' το χαμόγελο. Δυό μάτια μικρά, μυωπικά, ανήσυχα, που εστρέφονταν δεξιά κι αριστερά μ' αιφνίδιες λοξεύσεις, όλα να τα συλλάβουν. Δυό μάτια που σε καθήλωναν με τη διαπεραστική λάμψη τους, έμφορτη από αιχμές πονηρίας. Κι ένα χαμόγελο, όπου ο λεπτός σαρκασμός ιχνογραφούσε ένα απαράμιλλο ποίημα μορφασμών και ρυτίδων."

Στο άλλο του σημαντικό λογοτεχνικό πόνημα στο "Παρά τοις δούλοις" περιγράφεται με τρόπο παραστατικό και πολυφωνικό, η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στα τουρκοκρατούμενα Γιάννενα με τη χαρακτηριστική πολυπολιτισμική τους κοινωνία που απαρτιζόταν από Έλληνες, Εβραίους, Τούρκους και Αλβανούς. 
Το πεζογράφημα "Τα Ιωάννινα", που, λόγω της περιορισμένης του έκτασης αλλά και ως προς τους εκφραστικούς τρόπους, θα μπορούσε και να ενταχθεί στο διηγηματικό είδος, πιο ομοιογενές από το "Παρά τοις δούλοις", αφού στηρίζεται κυρίως στην λογοτεχνική περιγραφή, αναδεικνύει ιδιαίτερα το στοιχείο της οθωμανικής κατοχής και καταπίεσης της πόλης. Δε λείπουν οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες στις εικόνες βίας που υφίστανται οι υπόδουλοι κάτοικοι. 
Τόσο στην περίπτωση του ταξιδιού στα Γιάννενα όσο και στην Κέρκυρα, σημαντικός είναι ο πλούτος των πληροφοριών που παρατίθενται: ιστορικών, γεωγραφικών, αρχιτεκτονικών, εθνογραφικών και ανθρωπολογικών, κύκλος ο οποίος δίνει στον αναγνώστη μια σφαιρική και πολύπλευρη εικόνα της τοπικής πραγματικότητας στο άψυχο και έμψυχο στοιχείο της. Στις περιγραφές, η έμφαση δίνεται στο ελληνικό και στο οθωμανικό στοιχείο. Ο Μητσάκης τονίζει ιδιαίτερα την ζωντανή παρουσία του ελληνικού στοιχείου και μέσα από την κυριαρχία της ελληνικής γλώσσας στα άλλα εθνοτικά στρώματα της περιοχής. 
Έτσι, οι δύο πόλοι, Ιωάννινα (αλύτρωτος ελληνισμός) και Κέρκυρα (νεοεισαχθείσα στην Ελλάδα περιοχή), αντιπροσωπεύουν ταυτόχρονα και ένα πλέγμα σκέψεων και συγκρίσεων. Η πρώτη πόλη ακόμα βρίσκεται στο Οθωμανικό κράτος, υφίσταται καταπίεση, αλλά και άνθιση της ελληνικής κοινότητας, ενώ αν ελευθερωθεί (όπως έντονα προτρέπει να γίνει) ενδεχομένως απλά θα παρακμάσει μέσα στο χάος του ελληνικού κρατικού μηχανισμού. Τα χρώματα με τα οποία περιγράφει τον τελευταίο (ειδικά για πρόξενους και υπουργεία) είναι τόσο μελανά που αναρωτιέται κανείς γιατί προτρέπει στον αγώνα για απελευθέρωσή τους. Μήπως εν τέλει είναι ειρωνικός με ροϊδικό τρόπο; 
Ο άλλος πόλος, η Κέρκυρα, λίγα χρόνια βρίσκεται στο ελληνικό κράτος, ενώ πριν βρισκόταν υποταγμένη στην πολιτισμένη και άψογα οργανωμένη Βρετανική Αυτοκρατορία. Ο Μητσάκης δεν αποσιωπά και τα αρνητικά της αγγλικής κατοχής, αλλά ανοιχτά δηλώνει ότι, όποια καλά ιδρύματα υπήρχαν και όση άνθιση είχε το εμπόριο και η βιομηχανία, το ελληνικό κράτος ως δια μαγείας τα εξάλειψε.... διαχρονική διαπίστωση δυστυχώς!

Το 1896  η εισαγωγή του στο Δρομοκαΐτειο με τη διάγνωση της οξείας μορφής σχιζοφρένειας θα σημάνει την αντίστροφη μέτρηση και φέροντας το ανεξίτηλο στίγμα του τρελού θα επέλθει τόσο η χαλάρωση στη συγγραφική του παραγωγή όσο και τον συνακόλουθο οικονομικό του κατήφορο. Την τελευταία του πνοή θα αφήσει στην επανεισαγωγή του στο ίδιο ίδρυμα στις 6 Ιουνίου 1916. Οι πληροφορίες για το χρονολόγιό του στηρίχτηκαν κυρίως στα κείμενα των Μιχαήλ Περάνθη {Μιχαήλ Μητσάκης, το έργο του, Εκδ, Εστία, 1956} και Δ. Δρακόπουλου- Μ. Σαββίδη, {Μιχαήλ Μητσάκης, "Αυτόχειρ", Εκδ. Ιστός}




Book-amateur: Επτανησιακά αναγνώσματα 1

Book-amateur: Επτανησιακά αναγνώσματα: Επτανησιακά αναγνώσματα Το χρονικό της τελευταίας πολιορκίας του νησιού από τους Τούρκους, γραμμένο με τον παραστατικό και ισ...

Επτανησιακά αναγνώσματα: Πέπη Γιάννου


Επτανησιακά αναγνώσματα





Το χρονικό της τελευταίας πολιορκίας του νησιού από τους Τούρκους, γραμμένο με τον παραστατικό και ιστορικά τεκμηριωμένο τρόπο του γιατρού του Πολεμικού Ναυτικού και ιστοριοδίφη Γεώργιου Αθανάσαινα, ο οποίος άφησε και πλήθος άλλων ιστορικών έργων σχετικών με το νησί που τόσο πολύ αγάπησε, την Κέρκυρα...
Μακεδονικές εκδόσεις
















Ο Σουλεϊμάν, ο Α’, ο Μεγαλοπρεπής, ήταν ο δέκατος Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1520 – 1566).

Στην Κέρκυρα επιτέθηκε το 1537. 

Στις 27 Αυγούστου 1537, στις 8 το πρωί, τρεις τούρκικες γαλέρες αγκυροβόλησαν στο λιμάνι της πόλης της Κέρκυρας σε σημείο όπου υπήρχαν μερικά σπίτια, στα οποία οι Τούρκοι βάλανε αμέσως φωτιά. Σε μια από αυτές τις γαλέρες επέβαινε κι ίδιος ο Μπαρμπαρόσα. Την επομένη, όλη η Τούρκικη Αρμάδα, που είχε διανυκτερεύσει στο στενό μεταξύ Κέρκυρας και... Βουθρωτού, κατέπλευσε στην πόλη και παρατάχθηκε από το λιμάνι ως την παραλία του χωριού Ποταμός, του οποίου οι Τούρκοι πυρπόλησαν όλα τα σπίτια. Την ίδια μέρα αποβιβάστηκαν στην Κέρκυρα, με 50 πλοία, εικοσιπέντε χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες.

Στις 29 Αυγούστου άρχισαν οι Τούρκοι τις καταστροφές πυρπολώντας πρώτα την ατείχιστη τότε πόλη, η οποία καιγόταν συνεχώς επί τρία ημερόνυχτα. Οι κάτοικοι της πόλης, κυρίως τα γυναικόπαιδα και οι ηλικιωμένοι, είχαν μείνει ανυπεράσπιστοι ( ύστερα από απόφαση των μαχητών κερκυραίων), εκτός του φρουρίου, δεδομένου ότι εντός αυτού παρέμειναν μόνον οι πολεμιστές, 2000 Ενετοί και 2000 Κερκυραίοι… Κι ενώ οι Τούρκοι όντας κύριοι του νησιού της Κέρκυρας, λεηλατούσαν, σκότωναν και αιχμαλώτιζαν τους κατοίκους, τρεις χιλιάδες περίπου Κερκυραίοι - αποκρούοντας επιτυχώς τέσσερις τουρκικές επιθέσεις – σώθηκαν, οχυρωμένοι στο Αγγελόκαστρο που βρίσκεται στη βορειοδυτική Κέρκυρα. Όσον αφορά στην καταδίκη των αμάχων (γυναικών, παιδιών και αμάχων) που αποκαλείται αποσκορακισμός ή αποσκυβαλισμός και ήταν παγιωμένη τακτική στο Μεσαίωνα ο Αθανάσαινας παραθέτει τις γνώμες πολλών ιστορικών. Ο Καιροφύλας θα γράψει: «και τα θύματα αυτά κατέφυγον εις τον αρχηγόν του τουρκικού στρατού ζητούντα άρτον και άσυλον. Αλλά ο Τούρκος απέκρουσε την παράκλησιν και έτσι τα άθλια αυτά όντα μη έχοντα να αναμείνουν ουδαμόθεν προστασίαν, εξηπλώθησαν κατά γης εξηντλημένα, αναμένοντα τον ελευθερωτήν θάνατον…» Ο Διονύσιος Ρώμας θα εκθειάσει τους μαχητές κερκυραίους «που εξακολουθούσαν την άμυνα τους ενώ είχαν διώξει τα «περιττά στόματα» και θα αντιπαραβάλλει το γεγονός με το Κούγκι και το Ζάλογγο, λέγοντας πως αν και η πράξη ήταν σκληρή ήταν ωστόσο απαραίτητη από στρατηγικής απόψεως. Ο Αθανάσαινας διαφωνεί παραθέτοντας την πηγή του Καιροφύλλα που τονίζει ότι υπήρχαν τρόφιμα και πολεμοφόδια αρκετά για μια τριετία, γεγονός που αν αληθεύει προκαλεί μεγαλύτερη απορία ως προς την ανάγκη αποσκορακισμού, εκτός βέβαια αν αυτό αποτελούσε προληπτικό μέτρο σε κάθε πολιορκία.
Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ χρωματίζει με τον τρόπο της το θέμα στο έργο της «Τα άχρηστα στόματα», το οποίο αναφέρεται σε παρόμοια γεγονότα που διαδραματίστηκαν το 14ο αιώνα, κατά την πολιορκία της Βωσέλ.
Δυστυχής συνέπεια της πολιορκίας ήταν και η αιχμαλωσία χιλιάδων Κερκυραίων, ανδρών και γυναικών κυρίως από τα χωριά και το σύρσιμο τους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Υπάρχουν συμβόλαια από το 1538 έως το 1553 όπου δίνονται δάνεια με σκοπό οι συγγενείς να εξαγοράσουν την ελευθερία των αγαπημένων τους.




Χρήστος Δεσύλλας
Η Τράπεζα των φτωχών,Το Monte di Pieta της Κέρκυρας
Πολιτιστικό ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς
Ο αγνοημένος από την ελληνική πραγματικότητα θεσμός των Monti di Pieta έχει εμπράκτως καταδείξει τη μακροβιότητά του (από το 15ο αιώνα μέχρι και σήμερα), σε αρκετές περιοχές του κόσμου.

Πού εντοπίζονται οι απαρχές της δημιουργίας τους; Πώς μετασχηματίζονται και συγκροτούν έναν υβριδικό αρχικά και σημαντικό αργότερα πιστωτικό οργανισμό; Ποιά είναι η δομή της χρηματοοικονομικής τους λειτουργίας; Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ερωτήματα στα οποία επιχειρεί να απαντήσει το βιβλίο. 

Στις σελίδες του ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να εμβαθύνει στο ιδιαίτερο αυτό είδος τραπεζικού ιδρύματος, που προώθησε σε επίπεδο θεωρίας και πράξης τον εγχρήματο καπιταλισμό στον ευρωπαϊκό χώρο, συνδυάζοντας αρμονικά αγαθοεργία, πίστωση και μεταφυσικές αντιλήψεις, ενώ παράλληλα κάλυπτε πιστωτικές ανάγκες μιας κοινωνίας με μεγάλες οικονομικές ανισότητες και αποκλίσεις. Ταυτόχρονα, το βιβλίο εστιάζει στη δομή της καθημερινότητας, στις δυνάμεις της αδράνειας που προσδιορίζουν τα δρώντα υποκείμενα της ιστορίας, αποτυπώνοντας τις συνήθειές τους στον αγώνα για εξασφάλιση του καθημερινού τους βίου...



Γλαφυρές ταξιδιωτικές αναμνήσεις και τρυφερές αισθηματικές ιστορίες από την αυτοβιογραφία του Καζανόβα, του γνωστού φιλοπερίεργου «τυχοδιώκτη» στον ευρύτερο χώρο της Ανατολής. Μέσα όμως από τις προσωπικές εξομολογήσεις του διαφαίνονται οι νεωτερικές θεωρήσεις από τις οποίες διαπνέεται η Ευρώπη του 18ου αιώνα κατά τη μετάβασή της από την Ολιγαρχία στον Διαφωτισμό.
Το 1744 θα βρεθεί στην Κέρκυρα ως αξιωματούχος των Βενετών, ελάχιστα όμως θα γνωρίσει τις ομορφιές του νησιού, αφού το ενδιαφέρον του θα μονοπωλούν κυρίως οι χαρτοπαικτικές λέσχες και οι αιθέριες παρουσίες.
 Θα ερωτευτεί με πάθος την αριστοκράτισσα κυρία Φ. (δεν την ονομάζει), γυναίκα ενός σοπρακόμιτου  και χάρη της εκκεντρικότητας και της πρόθεσης να κατακτήσει θα καταπιεί χάπια με κονιορτοποιημένες τρίχες από τα μαλλιά της.
"Αγάπησα τις γυναίκες με πάθος αλλά ποτέ δεν τις έβαλα πιο πάνω από την ελευθερία μου.." γράφει, κάνοντας τις τις προσωπικές του αποτιμήσεις. Κάθε μετακίνηση, κάθε αλλαγή στη ζωή του κάθε μεγάλη περιπέτειά του συνοψίζεται στο τριαδικό: γυναίκα-ίντριγκα -ελευθερία. Το ταξίδι και η παραμονή του στην Κωνσταντινούπολη και την Κέρκυρα- σε μια ειδυλλιακή δηλαδή Ανατολή- του νεαρού ερωτύλου και φιλοπερίεργου είναι ένα από τα πρώτα κεφάλαια ενός τεράστιου μυθιστορηματικού οικοδομήματος, που στην πορεία θα εξελιχθεί και θα γίνει η "μυθική βίβλος" του Λιμπερτινισμού.

Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας: Πέπη Γιάννου

Book-amateur: Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας: Η ανέγερση του θα αποφασιστεί επί πρωθυπουργίας Γεωργίου Θεοτόκη το 1885 αλλά λόγω τόσο της δεδομένης οικονομικής αδυναμίας αλλά παράλ...

Book-amateur: Γυναίκες στη βρύση

Book-amateur: Γυναίκες στη βρύση: Μοναδικός τόπος συνάντησης των γυναικών της εποχής, τόπος κουτσομπολιού και σκληρής διαπόμπευσης των παραστρατημένων και αμαρτωλών αλλά σ...

Book-amateur: Ο Βιβλιοπόντικας

Book-amateur: Ο Βιβλιοπόντικας: Το βιβλιοπωλείο είναι ο χώρος, όπου άπειροι τύποι ανθρώπων μπορούν να διαβούν το κατώφλι του, τυχερός ο βιβλιοπώλης που θα παραμερίσει το...

Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Ο Βιβλιοπόντικας


Το βιβλιοπωλείο είναι ο χώρος, όπου άπειροι τύποι ανθρώπων μπορούν να διαβούν το κατώφλι του, τυχερός ο βιβλιοπώλης που θα παραμερίσει το εμπορικό του δαιμόνιο και θα αφεθεί να εντρυφήσει στα μυστήρια της ανθρώπινης ψυχής, ανακαλύπτοντας και τη δική του μέσα από τις πολύχρωμες, τις άτονες, τις ανούσιες, τις υπέροχες, τις τρελές εκείνες ψυχές, όπου σε τούτο ...το χώρο θα απελευθερωθούν και με ανάλαφρο πέταγμα θα σταθούν στο αντικείμενο του πόθου τους, στο δικό τους και μόνο βιβλίο, που μοιάζει να τους περιμένει υπομονετικά στο ράφι. Κάθε βιβλίο, από το πιο ευτελές μέχρι το πιο ψαγμένο και δουλεμένο έχει τον αναγνώστη του και αυτή η ήσυχη αναμονή γίνεται αισθητή στον κάθε γνήσιο εραστή τούτου του μυστηριακού χώρου. 




Ο πιο συνηθισμένος λοιπόν θαμώνας αυτού του χώρου είναι εκείνος, όπου έχει θεώρηση αυτού του τόπου παρόμοια με αυτή του πιστού χριστιανού με την εκκλησία. Ως πραγματικός πιστός δε δίνει σημασία στα έμψυχα, η φιγούρα του βιβλιοπώλη δεν είναι τίποτε άλλο γι αυτόν παρά ένα απλό μέρος του ντεκόρ και ως εκ τούτου δε λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, με καμία φυσικά υπόνοια ή πρόθεση υποτίμησης από τη πλευρά του.

 Πριν χρόνια λοιπόν γνώρισα κι εγώ αυτόν τον τύπο κι ακόμα ανακαλώ κάθε του λεπτομέρεια στις κινήσεις και τα λόγια αν και η εικόνα του προσώπου του ξεθώριασε με τον καιρό, ωστόσο είχε αυτά τα σταθερά χαρακτηριστικά των βιβλιοφάγων, λίγο σκυφτή πλάτη, αεικίνητα χέρια και λαμπερά ποντικίσια μάτια. Ευγενικά με παραμέρισε, ζητώντας απλά την άδεια να περάσει στα ράφια για να δει τα βιβλία και κάπου εκεί πρέπει να σταμάτησε ο προσωπικός του χρόνος. Οι ώρες περνούσαν, κόσμος μπαινόβγαινε, φασαρία γινόταν, αλλά τίποτε δε φαινόταν να τον αποσπά, παρά από καιρό σε καιρό ρωτούσε διακριτικά και χαμηλόφωνα αν ενοχλούσε. Φυσικά και δεν ενοχλούσε. Ο μόνος ήχος ήταν το απαλό ξεφύλλισμα, η εισπνοή του στην προσπάθεια να ανιχνεύσει την οσμή του βιβλίου που κάθε φορά έπεφτε στα χέρια του και τα περιστασιακά γρυλίσματα θαυμασμού, συγκίνησης και έκπληξης, όταν αντίκρυζε κάτι ενδιαφέρον.
Για να σπάσω τη σιωπή έκανα αμήχανες παρατηρήσεις του τύπου : "τώρα βγήκε κι αυτό, είναι σπουδαίο, το έγραψε ο τάδε" " να και η διδακτορική διατριβή του δείνα" και πρότεινα το πιο βαρύ πυροβολικό μου με τη διάθεση να πουλήσω και λίγη εξυπνάδα για να δικαιολογήσω και την παρουσία μου εκεί, παρατηρήσεις που τις άκουγε με προσποιητό ενδιαφέρον και κατανόηση αλλά που καταλάβαινα πως απλά με συμμεριζόταν όπως κάνουμε σε ένα ενθουσιασμένο παιδί για να μη του κόψουμε τη φόρα. 
Ενώ είχαν ήδη περάσει τουλάχιστον τρεις ώρες κι ενώ κρυφά αναρωτιόμουνα και με έτρωγε η περιέργεια τι επιτέλους θα διάλεγε, κοίταξε με αγωνία το ρολόι του και είπε πως πρέπει να φύγει γιατί είχε ραντεβού με συναδέλφους του από το Πανεπιστήμιο. Βιαστικά άρχισε να ταξινομεί πίσω στα ράφια τα βιβλία που είχε αραδιάσει στον πάγκο, βάζοντας στην άκρη αυτά που τελικά θα αγόραζε. Πριν προλάβω να τα δω είχε αρχίσει ήδη το παζάρι, αναμενόμενο για αυτόν τον τύπο, παρακινούμενος όχι από το ελάττωμα της τσιγκουνιάς αλλά καθαρά ως μέρος μιας παράδοσης την οποία τηρούν ευλαβικά οι απανταχού βιβλιολάτρες, ως αναπόσπαστο μέρος της κουλτούρας τους και την οποία οι βιβλιοπώλες απανταχού της γης οφείλουν να σέβονται. Και τότε τα είδα! ήταν μια ποιητική συλλογή ενός συνταξιούχου, μια παλιά έκδοση για το κλάδεμα των δέντρων και μια επίσης ολιγοσέλιδη πρωτόλεια συλλογή διηγημάτων ενός νέου συγγραφέα, εντελώς άγνωστου. Φαινόταν πολύ ικανοποιημένος με τις επιλογές του, ενέδωσα και στα παζάρια του, αφού κάθε άλλο παρά ευπώλητα ήταν τα συγκεκριμένα ( θα ενέδιδα βέβαια ούτως ή άλλως), πλήρωσε και ατενίζοντας με θαυμασμό για άλλη μια τελευταία φορά το γύρω χώρο, παίζοντας τα ρουθούνια του, έφυγε ευχαριστώντας με για το χρόνο μου. Σκεφτόμουν λοιπόν πόσο η άηχη και ελαφριά παρουσία του υπήρξε τόσο τελικά ηχηρή και βαρύνουσα μέσα στο πέρασμα του χρόνου, και ακόμα σκεφτόμουν πως τα όμορφα πάθη όμορφα αποτυπώματα αφήνουν.

Πέπη Γιάννου

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

Γυναίκες στη βρύση


Μοναδικός τόπος συνάντησης των γυναικών της εποχής, τόπος κουτσομπολιού και σκληρής διαπόμπευσης των παραστρατημένων και αμαρτωλών αλλά συνάμα και τόπος ελπίδας πιθανής συνάντησης με το αγαπημένο πρόσωπο, σε όλη την ελληνική ύπαιθρο μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα. 

Fred Boissonas, Γυναίκες στη βρύση του Γαστουριού

Σε όλα τα ελληνικά διηγήματα του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα, από τα βουκολικά του Καρκαβίτσα μέχρι και τα ακραία νατουραλιστικά του Θεοτόκη θα συναντώνται εκτυλισσόμενες ειδυλλιακές ή άγριες σκηνές με επίκεντρο το γυναικείο πάθος, που αφήνεται  εδώ να εκφραστεί ελεύθερα. Τόσο η "Λυγερή" του Καρκαβίτσα, όσο και η Μαρία του Ζόψη στην "Υπόληψη" του Κωνσταντίνου Θεοτόκη θα υποστούν σε αυτό το χώρο την ταπείνωση και τη λοιδωρία, η μεν πρώτη γιατί αγαπά χωρίς τη συγκατάθεση των γονιών της, η μεν άλλη γιατί ΄φτωχή και λερή" τόλμησε να σηκώσει τα μάτια της στο αρχοντόπουλο του χωριού. 
Η τελευταία ερωτική συνάντηση της Λυγερής στη βρύση των Λεχαινών της Ηλείας κάτω από τα μοχθηρά γυναικεία βλέμματα, ο επικείμενος ανεπιθύμητος γάμος με το χοντρό και κουτοπόνηρο Νικολό, παραγιό του πατέρα της, η εγγενής αδυναμία της να αντιταχθεί στη γονεϊκή θέληση, η βίαιη αντίδραση του αγαπημένου της στην παραίτησή της σε τούτη την αυτονόητη απαίτηση και το σπάσιμο της στάμνας από αυτόν θα επισπεύσει το μιαρό γάμο θέτοντας τη γραμμή του περάσματος σε μια άλλη ζωή, όπου η "Λυγερή" μετατρέπεται σταδιακά σε μια χονδροειδή και αναίσθητη φιγούρα, καταλήγοντας στο τέλος κάποτε να μέμφεται τον εαυτό της που αφέθηκε στην ποταπότητα του έρωτα.
Στην "Υπόληψη" του Θεοτόκη το θέμα χρωματίζεται κυρίως από την ταξική διαφορά. Ο Αντώνης, γόνος αρχόντων, με την αυτοπεποίθηση που απορρέει από την κοινωνική και οικονομική του θέση ¨πειράζει"τη Μαρία, κάθε φορά που τη συναντά στο δρόμο για τη βρύση, όχι από καθαρό έρωτα, αλλά γοητευμένος από την τσαχπινιά της και τους ελεύθερους τρόπους της. Όταν συμβαίνει το μοιραίο, το νέο συζητιέται γύρω από τη βρύση, μεγαλύνεται, δραματοποιείται  και χαιρέκακα διαδίδεται ταχύτατα σε όλο το χωριό. Τότε μπαίνει αυτόματα το βασικό θέμα διένεξης στην ύπαιθρο, το θέμα της τιμής, που καθαίρεται σχεδόν πάντα με αίμα. Ο μονόδρομος αποφυγής της συμπλοκής  είναι ο γάμος, ο οποίος  στο διήγημα τελικά επιτυγχάνεται, σημειώνοντας ωστόσο για την οικογένεια του Αντώνη μια βαριά ήττα στο κοινωνικό πεδίο.
Στο πηγάδι επηγαινοέρχονταν, ανεβοκατεβαίνοντας ένα γουλοστρωμένο δρόμο, μπουλούκια μπουλούκια, οι γυναίκες με τες ξέστες στο κεφάλι, δίπλα όταν τες κατέβαζαν άδειες, ορθές όταν τες ανέβαζαν, εγιόμιζαν με τους σίκλους, αλλά δεν έφευγαν αμέσως γιατί στο πηγάδι συνομιλούσαν, έλεγαν τα νέα του χωριού, τους καημούς τους, τες ελπίδες τους. Και τώρα γύρου στο φροχείλι μια δεκαπενταριά αφογκραζόνταν μια γειτόνισσα της Κατερίνας, ανύπαντρη κοπέλα, που 'λεγε " η Μαρία του Ζόψη, λένε, παντρεύεται"....Όμως τώρα εκατέβαινε το δρόμο του πηγαδιού κι η Μαρία, κακοντυμένη και λιγδερή, αλλά με βλέμμα ζωερό και ομορφύτερη από τες άλλες μέρες. Σταθήκαν όλες και σώπασαν. Εκείνη εκαλησπέρισε περήφανα, εκοίταξε γελαστή και ξεδιάντροπα τους είπε:" για μένα μιλείτε; Σας διηγήθηκε τα νέα η Κατερίνα η τίμια;" "Δεν έχεις φυσικό να με μελετάς" της απάντησε θυμωμένη".
"Χαχα!" εγέλασε περγελαστικά η Μαρία "τον Αντώνη θα τόνε πάρω εγώ και οι οχτροί μου θα σκάσουνε"."Φυλάξου μοναχά μη σε στείλουν με τες πολλές μέσα στη χώρα" της αποκρίθηκε η Κατερίνα με φαρμάκι και έπειτα στρέφοντας προς τες γυναίκες είπε:" Πάμετε; Δε θέλω να κουβεντιάζω μαζί της".
 Αν η υπόθεση είχε πάρει διαφορετική τροπή, πράγμα που συνέβαινε αρκετά συχνά, η τύχη της Μαρίας θα ήταν μόνο αξιοθρήνητη.
 Τέτοια "αμαρτήματα" στα λαϊκότερα στρώματα συμπαρέσυραν στον γκρεμό όχι μόνο την πρωταγωνίστρια τους αλλά και την ηθική ακεραιότητα ολόκληρης της οικογένειας. Ο Εμμανουήλ Θεοτόκης θα γράψει γι αυτές τις πρωταγωνίστριες του πάθους: " όταν το σφάλμα διαπραχθεί χωρίς να επιτύχει την ευλογία του γάμου, διατυμπανίζουν την αδικία, εξεγείρονται, πικραίνονται. Μερικές φορές η ντροπή να επιστρέψουν στην κοινωνία, που την έχουν προσβάλλει, τις γεμίζει ιερή οργή. Αφιερώνονται τότε σε μια επίπονη μεταμέλεια, που καταντά να τις κάνει αδιάλλακτες, θρησκόληπτες. Άλλες φορές, θεωρώντας τους εαυτούς τους σαν τα χαμένα θηλυκά πρόβατα, πέφτουν σε καταχρήσεις που δε θα μπορούσαμε να περιγράψουμε. Σε αυτή την περίπτωση παίρνουν με ένα είδος ικανοποίησης το όνομα των αμαρτωλών, μη μπορώντας τίποτε πλέον να δώσει διέξοδο στο μόνιμο συναίσθημα που τις ακολουθεί."
Φυσικά, στις τάξεις των ευγενών, στην περίπτωση της Κέρκυρας τουλάχιστον, οι συνέπειες ήταν λιγότερο καταστροφικές και περιορίζονταν απλώς σε ένα γάμο χαμηλότερων προσδοκιών.

 

Ωστόσο, υπήρχαν και εκείνες οι ακραίες αλλά υπαρκτές περιπτώσεις σε κάποια περιβάλλοντα, όπου τα ήθη ήταν εντελώς εξαθλιωμένα, η παρθενία να γίνεται μέσο οικονομικής εκμετάλλευσης από τους ίδιους τους γονείς, που θεωρούνταν οι εξ' ορισμού άγρυπνοι θεματοφύλακες της. Πηγές προερχόμενες από την καθιερωμένη επί αιώνες τακτική των αφορισμών σε όλα τα Ιόνια νησιά αναφέρουν ότι στο Μαντούκι γονείς επέτρεψαν τη διακόρευση της έφηβης κόρης τους από τον ηλικιωμένο εύπορο γείτονά τους με αντάλλαγμα 30 ξέστες λάδι.

Ευτυχώς αυτές οι χρόνιες αντιλήψεις γύρω από το γυναικείο φύλο φαίνεται να πνέουν τα λοίσθια στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο λόγος της μεταστροφής θα είναι η ραγδαία άνοδος της αστικής τάξης που θα φέρει σύγχρονες αντιλήψεις, αφαιρώντας με αργό αλλά σταθερό ρυθμό την πρωτοκαθεδρία από τη συντηρητική αριστοκρατία και μεταβάλλοντας ριζικά τις νοοτροπίες, κυρίως μέσα από την πρακτική των επιγαμιών.

Οι πέτρινες βρύσες θα παραμείνουν, έρημα και σιωπηλά κοσμήματα της ελληνικής υπαίθρου και μνημεία πικρών ιστοριών της γυναικείας θυματοποίησης.


Πέπη Γιάννου.
https://www.facebook.com/photo.php?fbid=1630170827257168&set=a.1389906627950257.1073741828.100007927991085&type=3

Πηγές:


"Η Λυγερή" Κωνσταντίνος Καρκαβίτσας, εκδόσεις Εστία


"Κορφιάτικες Ιστορίες" Κωνσταντίνος Θεοτόκης, εκδόσεις Γαβριηλίδης


"Les excommunications a Corfou, 17-18 siecle", Αριάδνη Γερούκη, Athenes- Komotini 1998


"Η Κέρκυρα στις λεπτομέρειές της" Εμμανουήλ Θεοτόκης, Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών



Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

Δημοτικό Θέατρο Κέρκυρας

Η ανέγερση του θα αποφασιστεί επί πρωθυπουργίας Γεωργίου Θεοτόκη το 1885 αλλά λόγω τόσο της δεδομένης οικονομικής αδυναμίας αλλά παράλληλα και της δυσκολίας στη σύναψη δανείου θα παραδοθεί ολοκληρωμένο το 1903 επί δημαρχίας Δημητρίου Κόλλα. Η κατασκευή του θα βασιστεί στο πρωτότυπο της όπερας της Σκάλας του Μιλάνου από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Περγκολέζε. Οι κερκυραϊκές εφημερίδες βούιζαν τις μέρες εκείνες και ο ενθουσιασμός των κατοίκων ήταν πραγματικά απερίγραπτος για εκείνο το αρχιτεκτονικό- ισάξιο των αντίστοιχων ευρωπαϊκών- κομψοτέχνημα.


Είναι ωραίο ωστόσο να μπορέσουμε να αναπαραστήσουμε νοερά και να περιηγηθούμε στους χώρους του με τη βοήθεια του δικηγόρου Σπυρίδωνα Βούλγαρη, ο οποίος παραθέτει εξαιρετικά σημαντικές λεπτομέρειες, ώστε να δώσει την πιο ολοκληρωμένη εικόνα της πολυτέλειας και της λάμψης του χώρου, του χώρου που φιλοξένησε τις όπερες του Βάγκνερ, τις καντρίλιες, τα βαλς και τα ταγκό- στο φουαγιέ του-, που κάνανε τα ταφταδένια φορέματα των κυριών να ανεμίζουν τρίζοντας σε ένα κλίμα ατέρμονης ευφορίας και χαράς και τους κυρίους ξαναμμένους και περιχαρείς να ρουφούν με ευχαρίστηση το πούρο τους.
"Του θεάτρου προείχε κάτω από βόλτα μεγαλοπρεπής είσοδος, που μετά από το Ταμείο και μέσα από ένα μεγάλο προθάλαμο με κολόνες οδηγούσε στην πλατεία, η οποία ήταν πλούσια εξοπλισμένη με 200 αναπαυτικές πολυθρόνες. Σε υπόβαθρο χώρο ήταν εγκατεστημένη η ορχήστρα με από πάνω τη σκηνή, αρκετά μεγάλη σε βάθος και πλάτος με πλήρη εξοπλισμό, δυνατό φωτισμό γκαζιού και με ιδιαίτερα καμαρίνια για τους ηθοποιούς. Πριν από την είσοδο της πλατείας και από δυο πλευρές αναπαυτικές ξύλινες σκάλες οδηγούσαν στα κυκλικά και σε τρεις σειρές με προθάλαμο θεωρεία, που ήταν με πολυτέλεια επιπλωμένα και διακοσμημένα με κόκκινο βελούδο, καλά φωτισμένα και τελείως απομονωμένα το ένα από το άλλο. Επάνω από την τρίτη σειρά σε μεγάλο κυκλικό σχήμα βρισκόταν η γαλαρία με δική της ιδιαίτερη είσοδο. Στην πρώτη σειρά και στη δεξιά πλευρά μπρος από τη σκηνή βρισκόταν το θεωρείο της επιτροπής, διορισμένης από το Δήμο και υπεύθυνης για την εύρυθμη και καλή λειτουργία του θεάτρου. Στη δεύτερη σειρά ιδιαίτερα επιμελημένο το Βασιλικό Θεωρείο στο οποίο σύχναζαν κατά την παραμονή τους στην Κέρκυρα τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, όταν βρίσκονταν στο νησί."
Η κάθε σειρά αριθμούσε 20 θεωρεία, οι μισθώσεις των οποίων γινόταν κατά κανόνα εναλλάξ (Τούρνο) κάθε δεύτερη μέρα και όλο το διάστημα παραμονής του θιάσου, του οποίου η καρδιά χτυπούσε κατά τη διάρκεια όλης της Αποκριάς. Κατά μακροχρόνια συνήθεια τα θεωρεία της δεύτερης σειράς μισθώνονταν πάντα στις παλαιότερες οικογένειες της πόλης σε αντίθεση με εκείνα της πρώτης που μισθώνονταν σε γνωστούς εμπόρους και επαγγελματίες ( πρώτα το χρήμα, μετά το όνομα), μη ξεχνάμε ότι ήδη από την πρώιμη περίοδο της αγγλοκρατίας οι ευγενείς έχαναν αργά αλλά σταθερά έδαφος γι αυτό και επεδίωκαν γάμους με αυτούς της πρώτης θέσης, τους αστούς, τους οποίους μισούσαν βαθύτατα και περιφρονούσαν επιδεικτικά για τη vulgarite τους, τη χοντροκοπιά τους δηλαδή, ωστόσο κάνανε τα πικρά γλυκά προσποιούμενοι τους δύσκολους αλλά μέσα τους λαχταρώντας να μπούνε σε σπίτι πλούσιου αστού και να μη χάσουνε την τρυφηλή και ανέμελη ζωή, που από τα μικράτα τους είχανε συνηθίσει. Οι αστοί ήταν και αυτοί που διοργάνωναν χορούς με φιλανθρωπικό χαρακτήρα τόσο για να κρατάνε την ισορροπία όσο και για να απεμπολούν τις ενοχές τους και χάρη σε αυτούς και τα σύνδρομα τους το θέατρο έσφυζε από ζωή, χρώμα και χλιδή.
Τέλος, τα θεωρεία της τρίτης σειράς ήταν πάντα ελεύθερα και προσιτά σε οποιονδήποτε, χωρίς εξαίρεση.
Το πιο ωραίο έθιμο- νομίζω σε αυτό θα συμφωνήσετε όλοι- ήταν αυτό με την ανταλλαγή επισκέψεων των Θεωρειούχων στα μακριά διαλείμματα των παραστάσεων με σκοπό να ξελογιάσουν το κορίτσι των λογισμών τους ή απλά να φλερτάρουν διακριτικά. Εκεί αλλά και από μακριά με τα κιάλια, σαν βέλη εκτοξεύονταν οι φλογερές ματιές των ερωτευμένων και τα πειράγματα με τα σημαδεμένα ριξίματα της σερπαντίνας από το ένα Θεωρείο στο άλλο και πλέκονταν ειδύλλια αληθινού ή και ψεύτικου πάθους μέσα στην αχλύ των γαλλικών αρωμάτων και των βαριά μακιγιαρισμένων προσώπων.
Η λύπη για τον εμπρησμό του από τους Γερμανούς το 1943 και η ακόλουθη ασυγχώρητη πράξη της τότε δημοτικής αρχής να προχωρήσει στην κατεδάφισή του είναι γνωστά και δε θα σταθώ σε αυτά αλλά μόνο στο ότι το μαγικό εκείνο σκηνικό σαφώς έκρυβε βαθιά ταξικά μίση και χρόνιες αγεφύρωτες διαφορές καθώς και απομεινάρια από τις σκληρές αποικιοκρατικές τακτικές των κατακτητών και στα οποία εκεί ακριβώς θα πρέπει να τοποθετηθεί η ίσως όχι απόλυτα συνειδητή αλλά βεβιασμένη και υποσυνείδητη επιλογή της καταστροφής του.
  • Oι πληροφορίες για το εσωτερικό του χώρου είναι από το βιβλίο ¨Αναμνήσεις μιας περασμένης εποχής" του δικηγόρου Σπύρου Βούλγαρη, που εκδόθηκε στην Κέρκυρα το 1989.